«Δεν υπήρξε δόλος αλλά διοικητικές αστοχίες».
Σύμφωνα με πηγές του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, το πρόστιμο των 415 εκ. ευρώ που επιβλήθηκε στη χώρα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τον ΟΠΕΚΕΠΕ, δεν αφορά απάτη αλλά διοικητικές αστοχίες, ξεκαθαρίζοντας παράλληλα ότι οι έλεγχοι αφορούν ελέγχους που ξεκίνησαν από το 2009 και φτάνουν μέχρι και το 2023.
Οι ίδιες πηγές ξεκαθαρίζουν ότι η πρόσφατη απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Εκτελεστική Απόφαση (ΕΕ) 2025/1147 της 11ης Ιουνίου 2025) αφορά σε διορθώσεις στα κονδύλια του ΕΓΤΕ και του ΕΓΤΑΑ για 17 κράτη μέλη, μεταξύ των οποίων και την Ελλάδα.
Κύκλοι του υπουργείου τονίζουν ότι δεν πρόκειται για απάτες παραγωγών αλλά για διοικητικές αστοχίες. Το εν λόγω ποσό αφορά διοικητικά πρόστιμα που επιβλήθηκαν λόγω ελλιπούς ή πλημμελούς εφαρμογής των ευρωπαϊκών κανονισμών που διέπουν τη χορήγηση των κοινοτικών ενισχύσεων. Δεν σχετίζεται με περιπτώσεις εξαπάτησης ή δόλου από την πλευρά των παραγωγών. Αφορά, κυρίως, διοικητικές αδυναμίες στην ορθή εφαρμογή των ευρωπαϊκών κανονισμών που οφείλονται στην έλλειψη μηχανισμού και προσωπικού, από την πλευρά του ΟΠΕΚΕΠΕ αλλά και από την πλευρά του ελληνικού κράτους (απουσία κτηματολογίου και βοσκοτοπικών χαρτών).
Μάλιστα, οι πηγές του αρμόδιου υπουργείου τονίζουν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση διαχωρίζει τις δημοσιονομικές διορθώσεις (διοικητικά πρόστιμα) από τις πράξεις απάτης, και έτσι τις αντιμετωπίζει και η ελληνική διοίκηση. Στην πρώτη περίπτωση, το Δημόσιο επιστρέφει τα κονδύλια με συγκεκριμένους μηχανισμούς (δημοσιονομική διόρθωση, συμψηφισμός με μελλοντικές εκταμιεύσεις, κρατικός προϋπολογισμός). Στη δεύτερη περίπτωση, τα ποσά ανακτώνται από τους καταδικασθέντες μετά την ολοκλήρωση της ποινικής διαδικασίας, ενώ ασκούνται και ποινικές διώξεις. Περιπτώσεις απάτης σε βάρος του Οργανισμού από παραγωγούς εξετάζονται από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Δικαιοσύνης. Οι περιπτώσεις αυτές διερευνώνται και εκτός από τις ποινικές ευθύνες θα επιστραφούν και οι παράνομες ενισχύσεις ως αχρεωστήτως καταβληθείσες.
Την ίδια στιγμή υπογραμμίζουν ότι η Ελλάδα δεν είναι η μόνη χώρα που υφίσταται διορθώσεις. Στην ίδια απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επιβάλλονται συνολικές δημοσιονομικές διορθώσεις σε 17 κράτη μέλη, γεγονός που υποδεικνύει πως πρόκειται για μια συνήθη διαδικασία δημοσιονομικής εποπτείας της ΕΕ και όχι για μεμονωμένο ελληνικό φαινόμενο. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν πρέπει να υπάρξουν διορθώσεις. Το αντίθετο. Και για το λόγο αυτό ο Οργανισμός από πέρυσι ετέθη υπό την επιτήρηση του ΥΠΑΑΤ ώστε να εφαρμοστεί σχέδιο πλήρους εξυγίανσής του και κάλυψης των λειτουργικών του αναγκών, ώστε να επιτελεί με μεγαλύτερη διαφάνεια και δικαιοσύνη το έργο του.
Διακριτές πολιτικές περιόδους
Κύκλοι του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης τονίζουν ότι η συνολική εικόνα του ζητήματος δεν μπορεί να αποκοπεί από το πολιτικό πλαίσιο στο οποίο προέκυψαν οι παραβάσεις και λένε ότι οι διορθώσεις αφορούν:
Περίοδο έως τις εκλογές του 2019: Όπου εφαρμόστηκαν διαδικασίες που αποδείχθηκαν ελλιπείς και ατεκμηρίωτες.
Περίοδο από το 2020 έως σήμερα: Στην οποία, λόγω θεσμικών αδυναμιών και έλλειψης κρίσιμων υποδομών (όπως το Κτηματολόγιο, οι Δασικοί και Βοσκοτοπικοί Χάρτες, η λειτουργική Κτηνιατρική Βάση), συνεχίστηκε (προς αποφυγή διακοπής των ενισχύσεων) η εφαρμογή του ίδιου πλαισίου διαδικασιών, με αποτέλεσμα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να θεωρήσει ανεπαρκείς ακόμη και τις παρεμβάσεις βελτίωσης που επιχειρήθηκαν από πρόσφατες διοικήσεις.
Μάλιστα, επισημαίνουν ότι για πρώτη φορά υιοθετήθηκε, σε συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ένα ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (Action Plan) με 45 στοχευμένες παρεμβάσεις για την αναδιοργάνωση του ΟΠΕΚΕΠΕ, η εφαρμογή του οποίου ξεκίνησε την 11η Σεπτεμβρίου 2024, όταν ο Οργανισμός τέθηκε υπό την εποπτεία του ΥΑΠΑΑΤ, και με την πλήρη υλοποίησή του διασφαλίζεται η συμμόρφωση του ΟΠΕΚΕΠΕ με τους ευρωπαϊκούς κανόνες λειτουργίας, ελέγχου και διαφάνειας, ενώ υπογραμμίζουν ότι η απόφαση για την ένταξη του ΟΠΕΚΕΠΕ υπό την εποπτεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) αποτελεί στρατηγική επιλογή με στόχο την ενίσχυση της θεσμικής ανεξαρτησίας, της λογοδοσίας και της διαφάνειας στη διαχείριση των κοινοτικών ενισχύσεων.
Οι ίδιες πηγές καταλήγουν στο ότι η πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΑΤ διαχειρίζεται την κρίση με θεσμικό και μεθοδικό τρόπο. Αντί να μεταθέτει ευθύνες ή να υποτιμά τις παρατηρήσεις των ευρωπαϊκών αρχών, έχει προσεγγίσει το θέμα με νηφαλιότητα, έμφαση στη διαφάνεια και τεκμηριωμένη στρατηγική υπεράσπισης της χώρας. Παράλληλα λαμβάνει όλα εκείνα τα μέτρα που είναι απαραίτητα για την πλήρη κάθαρση του Οργανισμού, καθώς το πραγματικό ερώτημα- πέρα από τις νομικές ευθύνες που θα αποδοθούν- δεν είναι το ποιος ευθύνεται περισσότερο ή λιγότερο για το παρελθόν, αλλά πώς θα διασφαλιστεί η σωστή και δίκαιη λειτουργία του Οργανισμού και δεν θα υπάρξουν νέα λάθη.
ΠΗΓΗ: ΠΑΤΡΙΣ