Μαρινάκης και Σκαρόνι: Πώς η Ευρώπη θα ξεφύγει από την ενεργειακή κρίση και θα πετύχει την πράσινη μετάβαση

Ο Βαγγέλης Μαρινάκης και ο Πάολο Σκαρόνι κατέθεσαν τις απόψεις τους για το πώς η Ευρώπη θα μπορέσει να αντιμετωπίσει τη διπλή πρόκληση της ενεργειακής κρίσης και της ανάγκης να μην εγκαταλειφθεί ο στόχος της «πράσινης μετάβασης»

«Η Ευρώπη αντιμετωπίζει έναν από τους πιο δύσκολους χειμώνες». Η φράση αυτή, με την οποία ξεκίνησε την ομιλία του ο Βαγγέλης Μαρινάκης, πρόεδρος και ιδρυτής, Capital Maritime & Trading Corp., στο συνέδριο του Economist στη Θεσσαλονίκη, υποδηλώνει το ερώτημα που κλήθηκε να συζητήσει στο πάνελ όπου συμμετείχε μαζί με τον Πάολο Σκαρόνι, αναπληρωτή πρόεδρο του Ομίλου Rothschild, πρόεδρο της Μίλαν και πρώην CEO της ΕΝΙ.

Είναι το ερώτημα πώς θα μπορέσει η Ευρώπη να καλύψει το πραγματικό ενεργειακό έλλειμμα αντιμετωπίζει εξαιτίας της διακοπής των ροών ρωσικού φυσικού αερίου, έλλειμμα που θα είναι ακόμη πιο έντονο, εάν ο φετινός χειμώνας είναι βαρύς, αλλά και πώς θα αποφύγει τον κίνδυνο τα μέτρα που θα πάρει για να αντιμετωπίσει την ενεργειακή κρίση να είναι τελικά ένα πισωγύρισμα ως προς την απανθρακοποίηση και την πράσινη μετάβαση.

Και ένα πάνελ όπου συμμετείχαν ο ηγέτης ενός κορυφαίου ελληνικού ναυτιλιακού ομίλου, με πρωτοπόρο ρόλο αυτή τη στιγμή στη μεταφορά LNG και στην μετάβαση στην «Πράσινη ναυτιλία» και ο πρώην CEO ενός ενεργειακού κολοσσού και νυν ηγετικό στέλεχος ενός παγκόσμιου χρηματοοικονομικού ομίλου, αποδείχτηκε το κατάλληλο πεδίο για να γίνει αυτή η συζήτηση.

Πάολο Σκαρόνι: πώς μπορούμε να καλύψουμε τις ανάγκες της Ευρώπης σε ενέργεια;

Ο ιταλός μάνατζερ ξεκίνησε την ομιλία του περιγράφοντας την κρίσιμη κατάσταση που έχουμε να αντιμετωπίσουμε στην Ευρώπη και τα ερωτήματα που τίθενται

«Όταν άρχισα να ετοιμάζω την ομιλία μου για σήμερα, πριν από περίπου δύο εβδομάδες, το θέμα ήταν το εάν κάποια στιγμή η Ευρώπη θα πρέπει ενδεχομένως να ζήσει χωρίς ρωσικό αέριο, και το τι θα έπρεπε να κάνει για να προετοιμαστεί γι’ αυτό.

Η διακοπή της ροής του ρωσικού φυσικού αερίου την ώρα που πλησιάζει ο χειμώνας έδειχνε να είναι το χειρότερο δυνατό σενάριο. Φυσικά, αυτό ακριβώς είναι συνέβη. Βρισκόμαστε πλέον σε ένα σενάριο ευρέως οικονομικού πολέμου, κατά τον οποίο θα πρέπει να ζήσουμε χωρίς ρωσικό αέριο για το προσεχές μέλλον.

Το ερώτημα είναι πώς. Σε έναν κόσμο χωρίς τη Ρωσία, θα έχουμε επαρκή πρόσβαση σε ενέργεια; Σε ποια τιμή; Θα μας αναγκάσει η ενεργειακή κρίση να εγκαταλείψουμε τα σχέδιά μας για τους στόχους απανθρακοποίησης;.»

 

Ως προς το πρώτο ερώτημα ο Πάολο Σκαρόνι δεν «μάσησε τα λόγια» του ως προς τις δυσκολίες που υπάρχουν:

«Η απάντηση είναι ότι τους επόμενους 12-24 μήνες τα πράγματα δείχνουν δύσκολα.

Η Ρωσία  προσφέρει περίπου 150 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, από τα 500 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα της ευρωπαϊκής κατανάλωσης (δίνω αριθμούς μόνο για την Ευρωπαϊκή Ένωση). Πώς θα μπορούσαμε να υποκαταστήσουμε όλη αυτή την ποσότητα άμεσα;

Το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) είναι ο πρώτος υποψήφιος. Στην ΕΕ έχουμε κάποια δυνατότητα επαναεριοποίησης και πιστεύω πως θα μπορούμε να δεχόμαστε περίπου 40-50 δισ. κυβικά μέτρα.

Δεύτερον, πρέπει να γεμίσουμε υφιστάμενους αγωγούς εισαγωγής όπως της Αλγερίας, της Νορβηγίας και του Αζερμπαϊτζάν και αυτό υπολογίζεται γύρω στα 20 δισ. κυβικά μέτρα.

Τρίτον, έχουμε την ευκαιρία να αλλάξουμε καύσιμα ώστε να καταναλώνουμε λιγότερο αέριο. Εάν οι μονάδες γαιάνθρακα λειτουργήσουν στο μέγιστο της δυναμικότητάς τους μπορεί να μειώσουμε τη ζήτηση κατά περίπου 40 δισ. κυβικά μέτρα.

Κανένα από αυτά δεν είναι εύκολο να υλοποιηθεί, και ακόμα και αν τα υλοποιήσουμε όλα μαζί, θα μπορούσαμε ίσως να αντικαταστήσουμε 110-120 δισ. κυβικά μέτρα αερίου από τα 150 που εισάγουμε σήμερα από τη Ρωσία.

Και εδώ πρέπει να λάβουμε υπόψη τρία πράγματα. Πρώτον, η ζήτηση για αέριο παρουσιάζει μεγάλες εποχικές διακυμάνσεις, οπότε οι τυχόν ελλείψεις θα επικεντρώνονταν στους ψυχρότερους μήνες. Δεύτερον, θα πρέπει να ελπίζουμε ότι ο επερχόμενος χειμώνας δεν θα είναι πολύ ψυχρός, επειδή ένας πολύ ψυχρός χειμώνας θα σήμαινε 20-30 δισ. κυβικά μέτρα επιπλέον ζήτηση για την Ευρώπη. Και τρίτον θα πρέπει να έχουμε κατά νου πως, όποια κι αν είναι η έλλειψη, θα έχει μεγαλύτερες επιπτώσεις στις περιοχές που εξαρτώνται περισσότερο από το ρωσικό αέριο – την Γερμανία και την Ανατολική Ευρώπη. Αυτό θα δοκιμάσει την έννοια της αλληλεγγύης στην ΕΕ. Θα δεχτούν όσοι είναι λιγότερο εξαρτημένοι από το ρωσικό αέριο μια μείωση της προσφοράς για να βοηθήσουν όσους έχουν μεγαλύτερη εξάρτηση; Οπότε τα επόμενα ένα-δύο χρόνια θα είναι δύσκολα, πιστεύω όμως πως θα τα καταφέρουμε, αρκεί να μην αντιμετωπίσουμε προβλήματα με άλλους προμηθευτές. Ας το ελπίσουμε.»

Η αναμέτρηση με τις υψηλές τιμές ενέργειας

Περνώντας στο δεύτερο ερώτημα, αυτό του υψηλού κόστους ενέργειας και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί ο Σκαρόνι υπογράμμισε ότι μπορούν να βρεθούν λύσεις, εάν να σκεφτούμε πέρα από τα όρια μιας ορισμένης οικονομικής ορθοδοξίας και εάν η Ευρώπη πιέσει περισσότερο προμηθευτές που σε τελική ανάλυση εξαρτώνται από αυτήν:

«Η συζήτηση για τις δυσκολίες στην αγορά μας φέρνει στο δεύτερο ερώτημα. Ποιες τιμές θα πρέπει να πληρώνουμε για την ενέργεια; Μέχρι χθες οι τιμές του αερίου στο TTF, τον κύριο κόμβο διαπραγμάτευσης, ήταν περίπου 200 ευρώ ανά μεγαβατώρα, πάνω από 10 φορές ψηλότερα από τα επίπεδα στα οποία βρισκόταν παλαιότερα. Αυτό είναι πρόβλημα για την ευρωπαϊκή ήπειρο στο σύνολό της, είναι πρόβλημα για τις βιομηχανίες, οι οποίες υποχρεώνονται να κλείσουν. Τα πρώτα στοιχεία προμηνύουν μείωση της κατανάλωσης αερίου για βιομηχανική χρήση κατά 10% με 20%. Ούτε μέρα δεν περνάει χωρίς να μην ανακοινώσει κάποιος κατασκευαστής αναστολή της δραστηριότητάς του.

Η κατάσταση είναι δραματική και για τους καταναλωτές, των οποίων οι λογαριασμοί ενέργειας αυξάνονται την ώρα που ο πληθωρισμός ροκανίζει την αγοραστική τους δύναμη. Δεν είναι επομένως να απορεί κανείς που η ΕΕ εξετάζει την επιβολή πλαφόν στο αέριο, την αποσύνδεση της τιμής του ρεύματος από το αέριο, καθώς και μεγάλες επιδοτήσεις για βιομηχανίες και καταναλωτές.

Μπορεί αυτά να μην είναι «οικονομική ορθοδοξία», όμως αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε μια πολεμική οικονομία.

Αυτό που πιθανώς είναι λιγότερο κατανοητό είναι ότι, ακόμα κι αν η κατάσταση εξομαλυνθεί, ας πούμε στα μέσα της δεκαετίας –αν η Ευρώπη αυξήσει το δυναμικό εισαγωγής LNG και λύσουμε τα περισσότερα προβλήματα–  θα καταλήξουμε σε μια τιμή για το φυσικό αέριο 2-3 υψηλότερη από ό,τι στις ΗΠΑ, και πιθανώς διπλάσια από την τιμή που θα πληρώνει η Κίνα.

Το υψηλό ενεργειακό κόστος θα ήταν μεγάλο πρόβλημα για την Ευρώπη, αν λάβουμε υπόψη το πλήθος εταιρειών έντασης ενέργειας που θα πρέπει να μεταφερθούν στις ΗΠΑ και τη Μέση Ανατολή.

Ένας τρόπος μείωσης των τιμών της ενέργειας στην Ευρώπη θα ήταν να αυξήσουμε την προσφορά μέσω άλλων αγωγών, συμπεριλαμβανομένου ενδεχομένως του Nabucco, τον αγωγό της Ανατολικής Μεσογείου, κάποια στιγμή στο μέλλον. Θα πρέπει όμως να ασκήσουμε και εμπορικές πιέσεις σε παραγωγούς που εξαρτώνται από εμάς  όσο εμείς από αυτούς. Η λίστα περιλαμβάνει χώρες της βόρειας Αφρικής και μέλη του NATO όπως η Νορβηγία, η οποία επωφελείται από την τρέχουσα κατάσταση αλλά θα πρέπει να επεκτείνει την αλληλεγγύη της σε άλλες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ.

H αύξηση της προσφοράς αερίου απαιτεί επενδύσεις στην παραγωγή και στις υποδομές με περίοδο αποπληρωμής δεκαετιών, την ώρα που η Ευρώπη προσπαθεί να μειώσει την εξάρτησή της από τα ορυκτά καύσιμα.»

Σκαρόνι: η ενεργειακή κρίση μπορεί να αποδειχτεί θετική για την απανθρακοποίηση

Παρ’ όλες τις πραγματικές δυσκολίες ο έμπειρος Ιταλός μάνατζερ ήταν αισιόδοξος για τη δυνατότητα της Ευρώπης να αξιοποιήσει την ενεργειακή κρίση για να επιταχύνει ουσιαστικά την πράσινη μετάβαση:

«Και αυτό με φέρνει στο τρίτο ερώτημα που έθεσα. Θα αναγκάσει η ενεργειακή κρίση την Ευρώπη να εγκαταλείψει τις προσπάθειες απανθρακοποίησης; Θεωρητικά υπάρχει μια σχεδόν τέλεια σύγκλιση ανάμεσα στην απανθρακοποίηση και την ασφάλεια στην προμήθεια ενέργειας. Όσο περισσότερα ηλιακά πάρκα, ανεμογεννήτριες, δίκτυα, μπαταρίες και εγκαταστάσεις ηλεκτρόλυσης αποκτήσουμε, τόσο περισσότερο θα μειώσουμε την εξάρτηση από το ρωσικό αέριο. Αυτό υποδεικνύει στην Ευρώπη θα προχωρήσει στην απανθρακοποίηση όσο ταχύτερα μπορεί, κάτι που βέβαια ισχύει. Ωστόσο, δεν είναι τόσο απλό όσο ακούγεται.

Το πρώτο σημείο που πρέπει να έχουμε υπόψη είναι ότι στον άμεσο απόηχο της ενεργειακής κρίσης οι οικονομίες μας ουσιαστικά επανανθρακοποιούμε τις οικονομίες μας. Η χρήση γαιάνθρακα στην ΕΕ έχει αυξηθεί κατά 30%. Δεύτερον, η επιτάχυνση των επενδύσεων σε ΑΠΕ, μπαταρίες, δίκτυα, υδρογόνο κ.λπ. απαιτεί κυβερνητικούς πόρους που μπορεί να χρειαστούν για επιδότηση των λογαριασμών ενέργειας. Και τρίτον, για να εξασφαλίσουμε ασφάλεια στην προσφορά, θα πρέπει να προσφέρουμε μακροπρόθεσμη εικόνα για την οικονομική απόδοση για πρότζεκτ που αφορούν τα ορυκτά καύσιμα, είτε αυτά αφορούν την εξόρυξη πρώτων υλών, είτε τη μεταφορά και την αποθήκευση, αρχής γενομένης από τώρα. Και αυτό δημιουργεί ρίσκο για εγκλωβισμό (lock–in) ως προς τα ορυκτά καύσιμα, τα οποία μπορεί να επηρεάσουν την υιοθέτηση ΑΠΕ.

Παρόλα αυτά, πιστεύω ότι η ενεργειακή κρίση θα είναι τελικά θετική για τη στρατηγική απανθρακοποίησης της Ευρώπης. Καθώς αναζητούμε εναλλακτικούς τρόπους πρόσβασης στην ενέργεια, οι κυβερνήσεις και ο ιδιωτικός τομέας θα αναγκαστούν να σκεφτούν έξω από τα συνηθισμένα πλαίσια, κάτι που είναι θετικό για την πυρηνική ενέργεια, το υδρογόνο, το συνθετικό μεθάνιο και τη δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα. Αυτά είναι βασικά κομμάτια στο παζλ της απανθρακοποίησης, καθώς αντιστοιχούν στο ήμισυ της ενέργειας που θα καταναλώνουμε σε έναν κόσμο μηδενικών καθαρών εκπομπών άνθρακα.

Η πράσινη μετάβαση μπορεί επίσης να είναι τρόπος για να ξεπεράσουμε τα δομικά ελαττώματά μας, συγκριτικά με περιοχές του κόσμου που παράγουν αέριο. Ίσως είναι δύσκολο για την ΕΕ να ρίξει τις τιμές του αερίου στα επίπεδα των ΗΠΑ, όμως σε έναν πλήρως απανθρακοποιημένο κόσμο δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι το φως του ήλιου θα είναι ακριβότερο από το δικό τους.»

Μαρινάκης: Να πετύχουμε την Πράσινη Επανάσταση που χρειάζεται η Ναυτιλία

Ο πρόεδρος και ιδρυτής της Capital Maritime & Trading Corp, Βαγγέλης Μαρινάκης ξεκίνησε την ομιλία του επισημαίνοντας τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη αλλά και τη δυνατότητα να αναμετρηθεί με αυτές

«Ο πόλεμος στην Ουκρανία έγινε ο καταλύτης που μας βοήθησε να συνειδητοποιήσουμε τις προκλήσεις με τις οποίες είμαστε αντιμέτωποι:

– προκλήσεις που έχουν να κάνουν με τη συλλογική ασφάλεια, την ειρήνη τη σταθερότητα και πώς θα αντιμετωπίσουμε το γεγονός ότι εξαιτίας της ρωσικής επιθετικότητας, η Ευρώπη μετατρέπεται σε ένα θέατρο πολεμικών επιχειρήσεων,

– προκλήσεις που έχουν να κάνουν με την αποφυγή συνθηκών ενεργειακής φτώχειας και κοινωνικής κρίσης.

– και προκλήσεις που έχουν να κάνουν με τη μείωση της εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα.

Και είναι αλήθεια ότι η Ευρώπη έχει επιδείξει έλλειψη προετοιμασίας: τόσο σε σχέση με την ύπαρξη στρατηγικής για να αποτρέψει την επιθετικότητα και τον πόλεμο ακόμη και να βρεθεί μια λύση ακόμη και σήμερα, όσο και σε σχέση με την αντιμετώπιση πιθανών ενεργειακών κρίσεων.

Όμως, πιστεύω ότι η Ευρώπη μπορεί ακόμα να σταθεί στο ύψος των προκλήσεων.

Πάρτε για παράδειγμα την ενέργεια. Υπήρξε μια τεράστια προσπάθεια για την αντικατάσταση του ρωσικού φυσικού αερίου με LNG, αφού συνειδητοποιήσαμε ότι το να έχουμε αγωγούς από έναν μόνο πάροχο είναι επισφάλεια και τελικά παγίδα για όλους μας.

Γι’ αυτό προσπαθήσαμε να βοηθήσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο στη μεταφορά LNG, ακόμη και πριν από τη διακοπή της παροχής φυσικού αερίου που προκλήθηκε από τον πόλεμο»

Μαρινάκης: «η ελληνική ναυτιλία σήμερα έχει  ηγετική δύναμη στη μεταφορά LNG»

Ο Βαγγέλης Μαρινάκης υπογράμμισε ιδιαίτερα τον τρόπο που η ναυτιλία και ειδικά η ελληνική ποντοπόρος ναυτιλία έχει συμβάλει στην αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, κυρίως μέσα από την εξασφάλιση της μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG):

«Η ναυτιλία προσφέρει έναν αξιόπιστο, ευέλικτο και αποτελεσματικό τρόπο μεταφοράς LNG όπου αυτό χρειάζεται και χωρίς τα γεωπολιτικά, τεχνικά και περιβαλλοντικά προβλήματα που συνοδεύουν τα μεγάλης κλίμακας έργα κατασκευής αγωγών.

Και είμαστε περήφανοι που η ελληνική ναυτιλία σήμερα έχει  ηγετική δύναμη στη μεταφορά LNG.

Σχεδόν ένα στα έξι πλοία μεταφοράς LNG που χτίζονται σήμερα κατασκευάζονται από Έλληνες πλοιοκτήτες.

Η συνολική επένδυση στην κατασκευή νέων πλοίων μεταφοράς LNG από Έλληνες πλοιοκτήτες είναι περίπου στα 30 δισεκατομμύρια δολάρια., αυτό σημαίνει 160 πλοία συνολικά, μια τεράστια επένδυση.

Η εταιρεία μας, η Capital επένδυσε περισσότερα από 3,2 δισεκατομμύρια δολάρια σε πλοία μεταφοράς LNG τα τελευταία χρόνια.

Αυτό δείχνει το πόσο σοβαρά παίρνουμε το έργο της μείωσης της εξάρτησης της Ευρώπης από έναν μόνο προμηθευτή και έτσι δίνουμε τη δυνατότητα να απαντήσει η Ευρώπη στον τρέχοντα ενεργειακό εκβιασμό που δέχεται από τη Ρωσία.

Οι αυξημένες επενδύσεις σε υποδομές LNG στην Ευρώπη είναι σήμερα η μόνη λύση για μια Ευρώπη λιγότερο εξαρτημένη ενεργειακά από τη Ρωσία. Μέχρι να υλοποιηθεί ένα κύμα έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που θα μας δώσει τη δυνατότητα να απεξαρτηθούμε ακόμη περισσότερο από τη Ρωσία.

Και ταυτόχρονα αυτό είναι ένα βήμα προς ένα πιο πράσινο μέλλον, γιατί όλοι γνωρίζουμε ότι το φυσικό αέριο είναι το κρίσιμο «καύσιμο μετάβασης» σε κάθε σοβαρή προσπάθεια απαλλαγής από τον άνθρακα.

Η επένδυση σε υποδομές LNG είναι τώρα μια πολύ καλύτερη λύση από την επιστροφή στην αυξημένη χρήση άνθρακα και λιγνίτη, ορυκτών καυσίμων με σημαντικά χειρότερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις.»

«Στη ναυτιλία νοιαζόμαστε για την κλιματική αλλαγή»

Ο Βαγγέλης Μαρινάκης ξεκαθάρισε ότι δεν συντάσσεται με όσους στη ναυτιλιακή βιομηχανία θέλουν απλώς να «κερδίσουν χρόνο» και να πετύχουν εξαιρέσεις από τους περιβαλλοντικούς περιορισμούς. Αντιθέτως, επέμεινε στην ανάγκη για μια πραγματική «Πράσινη Μετάβαση»:

«Η πρόκληση της πράσινης μετάβασης δεν περιορίζεται στην αυξημένη χρήση φυσικού αερίου.

Το πιο εύκολο θα ήταν να έρθουμε εδώ και να πούμε ότι η ναυτιλία δεν είναι ένας τομέας που συνεισφέρει περισσότερο στην κλιματική αλλαγή και στην υπερθέρμανση του πλανήτη. Η πραγματικότητα είναι και αυτό θα πρέπει όλοι να το ξέρουμε εδώ στη χώρα μας και να προσπαθήσουμε να το επικοινωνήσουμε, είναι ότι η ναυτιλία παράγει μόνο το 3% των αερίων του θερμοκηπίου, ενώ παράλληλα αναλαμβάνει το 80% των παγκόσμιων μεταφορών. Όπως καταλαβαίνετε λοιπόν αυτό είναι ένα ελάχιστο ποσοστό μπροστά στον όγκο μεταφορών που γίνεται καθημερινά παγκοσμίως.

Αλλά στη ναυτιλία νοιαζόμαστε για την κλιματική αλλαγή. Και ειδικότερα στην ελληνική ναυτιλία.

Εξάλλου όταν συζητάμε για την κλιματική αλλαγή δεν μιλάμε για το μακρινό μέλλον.

Μιλάμε για κάτι το οποίο χρειάζεται να γίνει άμεσα, μιλάμε για μεγάλα τμήματα του πλανήτη που θα καταστούν ακατοίκητα μέχρι το 2050, εκτός αν λάβουμε επείγουσα δράση έστω και σήμερα.

Μιλάμε για περιοχές – συμπεριλαμβανομένων και μικρών νησιωτικών εθνών – που θα καλυφθούν από νερό.

Μιλάμε για μαζική κλιματική μετανάστευση.

Μιλάμε για μεγάλη αναστάτωση και προβλήματα στη γεωργία.

Μιλάμε για μια παγκόσμια κρίση, τη μεγαλύτερη που έχει αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα στη σύγχρονη εποχή.

Η Ελλάδα μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά, γιατί ελέγχει τον μεγαλύτερο εμπορικό στόλο και περιλαμβάνει:

Το 34% του παγκόσμιου στόλου μεταφοράς αργού πετρελαίου

Το 24% του παγκόσμιου στόλου μεταφοράς ξηρού φορτίου

Το 19% του παγκοσμίου στόλου μεταφοράς LNG.

Το 19% του  παγκόσμιου στόλου δεξαμενόπλοιων μεταφοράς χημικών και προϊόντων πετρελαίου

Το 11% του παγκόσμιου στόλου μεταφοράς LPG.

Το 8% του  παγκόσμιου στόλου μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων

Όμως, με το μεγάλο μέγεθος έρχεται και η μεγάλη ευθύνη

Υπάρχουν πολλοί στη ναυτιλιακή βιομηχανία που βασικά θέλουν απλώς να «κερδίσουν περισσότερο χρόνο». Να επιτύχουν περισσότερες εξαιρέσεις για την ναυτιλία και να αναβάλλουν τη μετάβαση στην Πράσινη Ναυτιλία.

Όμως εκεί πρέπει να πάμε στην αντίθετη κατεύθυνση παρόλο που υπάρχουν πολλές δυσκολίες σήμερα λόγω του πολέμου και τις αυξημένες τιμές του πετρελαίου και του LNG.

Να πετύχουμε την Πράσινη Επανάσταση που χρειάζεται η Ναυτιλία.

Να πετύχουμε την έρευνα για καύσιμα χαμηλών έως μηδενικών εκπομπών άνθρακα, από βιοκαύσιμα έως κυψέλες καυσίμου με χρήση αμμωνίας.

Να καταστήσουμε τη βιωσιμότητα αναπόσπαστο μέρος της ναυτιλίας»

«Ελληνικές εταιρείες όπως η Capital έχουν κάνει μεγάλα βήματα στην κατεύθυνση της Πράσινης Επανάστασης στη ναυτιλία»

Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε ο ηγέτης της Capital Maritime & Trading Corp στο γεγονός ότι ναυτιλιακές εταιρείες όπως η Capital είναι πρωτοπόρες στην «πράσινη μετάβαση» στο χώρο της ναυτιλίας:

«Σήμερα οι μεγάλες ελληνικές εταιρείες, όπως η Capital έχουν κάνει πολύ μεγάλα βήματα προς την κατεύθυνση της Πράσινης Επανάστασης στη ναυτιλία, συμμετέχοντας σε μεγάλα ερευνητικά προγράμματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το ShipFC, που εξετάζει τη μετατροπή ενός πλοίου της ποντοπόρου ναυτιλίας ώστε να λειτουργεί με κυψέλες καυσίμου και χρήση αμμωνίας.

Επίσης, η Capital και ο Lloyd’s Register (LR) δοκιμάζουν τη χρήση βιοκαυσίμων σε διάφορα πλοία όπως containers πλοία, πλοία που μεταφέρουν αργό πετρέλαιο, δηλαδή σε όλα τα πλοία που μπορεί να έχουμε μηχανές οι οποίες καίνε βιοκαύσιμο.

Επίσης γίνονται πολλές δοκιμές για τη χρήση αμμωνίας ως ναυτιλιακό καύσιμο.

Υπάρχει και το Clean Shipping Alliance 2020, που η Capital συμμετέχει και στοχεύει να προσφέρει υποστήριξη και εκπαίδευση σχετικά με τη χρήση και την αποτελεσματικότητα των Συστημάτων Καθαρισμού Καυσαερίων.

Αυτά είναι μερικά μόνο παραδείγματα, που δείχνουν πόσο σοβαρά αντιμετωπίζουμε την πρόκληση της απαλλαγής από τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.

Και είμαστε πρόθυμοι να επενδύσουμε ακόμη περισσότερους πόρους προς αυτή την κατεύθυνση.»

Σε αυτό το πλαίσιο ο Βαγγέλης Μαρινάκης τόνισε τη σημασία που υπάρχει να στηριχτεί η μετάβαση στην Πράσινη Ναυτιλία από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τον χρηματοοικονομικό τομέα, αλλά και την ανάγκη το ρυθμιστικό πλαίσιο της παγκόσμιας ναυτιλίας να λειτουργεί ως κίνητρο για μετάβαση σε βιώσιμες μορφές ενέργειας:

«Ωστόσο, η μετάβαση στην Πράσινη Ναυτιλία είναι κάτι που χρειάζεται στήριξη και κινητοποίηση πόρων από την ΕΕ. Είναι σημαντικό η Ευρωπαϊκή Ένωση να υποστηρίξει ακόμη περισσότερο αυτή τη μετάβαση χρηματοδοτώντας την έρευνα και επίσης χρηματοδοτώντας νέες επενδύσεις. Είναι σημαντικό ο τραπεζικός τομέας να δώσει περισσότερη χρηματοδότηση στα έργα «Πράσινης Ναυτιλίας». Είναι επιτακτική ανάγκη το ρυθμιστικό πλαίσιο της παγκόσμιας ναυτιλίας να λειτουργεί ως κίνητρο για τη μετάβαση προς βιώσιμες και φιλικές προς το περιβάλλον μορφές ναυτιλίας. Και φυσικά αυτό δημιουργεί επίσης νέες θέσεις εργασίας υψηλής ειδίκευσης.

Και αυτός είναι ένας τρόπος για να αποδείξει η Ευρώπη ότι μπορεί να μετατρέψει την υποτιθέμενη αδυναμία της, δηλαδή το γεγονός ότι δεν διαθέτει αποθέματα ορυκτών καυσίμων που έχουν άλλες περιοχές, σε δύναμη.

Μαρινάκης: η ναυτιλία από μέρος του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής να γίνει τμήμα της λύσης

Σε αυτό το πλαίσιο η ο Βαγγέλης Μαρινάκης κατέληξε υπογραμμίζοντας την πρόκληση που είναι ακριβώς η ναυτιλία, που είναι μια δραστηριότητα εξαιρετικά κρίσιμη για την επιβίωση του πλανήτη και την ευημερία των κοινωνιών, να γίνει μέρος της λύσης του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής.

«Το μέλλον του πλανήτη δεν ανήκει σε αυτοκρατορίες που χρηματοδοτούν πολέμους εκμεταλλευόμενες τη συνεχιζόμενη εξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα.

Ανήκει στις δημοκρατίες που επενδύουν σε καθαρότερες πιο πράσινες τεχνολογίες, που μπορούν να επιταχύνουν την Πράσινη Μετάβαση και βρίσκουν τρόπους για να σχεδιάσουν συλλογικά ένα βιώσιμο μέλλον.

Η ναυτιλία βρίσκεται στο επίκεντρο του παγκόσμιου εμπορίου. Είναι η σύνθετη ζωτική δραστηριότητα που διασφαλίζει ότι τα αγαθά φτάνουν στον προορισμό τους, ότι οι χώρες μπορούν να εξάγουν, ότι οι κοινωνίες μπορούν να ευημερήσουν, ότι οι άνθρωποι μπορούν να απελευθερωθούν από τη φτώχεια. Είναι η βασική υλική υποδομή της παγκοσμιοποίησης. Αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος των αλυσίδων εφοδιασμού που συντηρούν τον τρόπο ζωής μας.

Και αν μέχρι τώρα η ναυτιλία ήταν μέρος του προβλήματος της υπερθέρμανσης όπως λένε -κάτι το οποίο δεν είναι- και μιας επικείμενης κλιματικής καταστροφής, τώρα έχει την ευκαιρία να είναι μέρος αυτής της λύσης!»

 

 

Τα σχόλια είναι κλειστά.