Εμβολιασμός: Υποχρεωτικότητα, συνταγματικότητα και ανισότητες

Εμβολιασμός: Υποχρεωτικότητα, συνταγματικότητα και ανισότητες

Η ανησυχία που επικρατεί για την επίτευξη ή μη της «περίφημης» ανοσίας της αγέλης απέναντι στο νέο κοροναϊό έφερε στο τραπέζι σκέψεις – έως και προθέσεις – για υποχρεωτικό εμβολιασμό και, μάλιστα, όχι μόνο συγκεκριμένων ομάδων, όπως οι υγειονομικοί, αλλά του γενικού πληθυσμού.

Γιατί μπορεί ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, να μίλησε για υποχρεωτικό εμβολιασμό «όπου δεν αρκεί η πειθώ» των υγειονομικών και των εργαζόμενων σε μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων, ο υπουργός Ανάπτυξης, Άδωνις Γεωργιάδης, όμως, δήλωσε, ούτε λίγο – ούτε πολύ, ότι μια επιχείρηση μπορεί να απολύσει εργαζόμενο αν θέτει σε κίνδυνο τους γύρω του.

Δύσκολη η επίτευξη ανοσίας με αυτά τα ποσοστά
Γεγονός είναι ότι οι επιστήμονες έχουν εκφράσει τις ανησυχίες τους, καθώς η πρόθεση εμβολιασμού κυμαίνεται μεταξύ 50-70% στις περισσότερες χώρες, με αποτέλεσμα τα ποσοστά αυτά να μην επαρκούν για την επίτευξη ανοσίας αγέλης που χρειάζεται για τη λήξη της πανδημίας.

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, όπως προκύπτει, το 74% των Ελλήνων υποστηρίζει τον υποχρεωτικό εμβολιασμό κατά του κοροναϊού, ενώ άλλο ένα 62% έχει δηλώσει την πρόθεσή του να εμβολιαστεί.

Οι μόνοι λόγοι που προβάλλονται εναντίον του εμβολιασμού είναι οι πιθανές παρενέργειες και ζητήματα ασφάλειας των εμβολίων, εξαιτίας του μικρού χρόνου που διήρκεσαν οι κλινικές μελέτες.

Το προφίλ των πολιτών που υποστηρίζουν τον υποχρεωτικό εμβολιασμό και προτίθενται να εμβολιαστούν οι ίδιοι, αφορά άτομα που δηλώνουν αυξημένη εμπιστοσύνη στις συστάσεις των υγειονομικών αρχών, εμπιστεύονται το κράτος για τον τρόπο διαχείρισης της πανδημίας, οι ίδιοι εφαρμόζουν προληπτικά τα μέτρα πιο συχνά, ενώ διατηρούν και υψηλό εισόδημα.

Στον αντίποδα, άτομα με χειρότερο ή καλύτερο επίπεδο υγείας σε σχέση με το μέσο όρο, νέοι ενήλικες και γυναίκες, εμφανίζονται λιγότερο πρόθυμοι να εμβολιαστούν.

Στα συμπεράσματα αυτά καταλήγει μελέτη σε 855 ενήλικες Έλληνες, που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Οκτώβριο, η οποία επισημαίνει πως, παρότι διεθνώς υπάρχει αναγνώριση στην αξία των εμβολίων για την αποτροπή ασθενειών, εντούτοις τα τρέχοντα εμβόλια κατά του κοροναϊού και η περιορισμένη γνώση μας γι’ αυτά, καθώς εφαρμόζονται για πρώτη φορά, έχουν οδηγήσει ορισμένες κοινωνικές ομάδες σε αρνητική αντίληψη για τον εμβολιασμό.

Αρχικά, στη χώρα μας, η υποστήριξη του υποχρεωτικού εμβολιασμού στην προ πανδημίας περίοδο κυμαινόταν μεταξύ 65-97%, τα δεδομένα από την πρώτη φάση της πανδημίας έδειχναν το 58% του γενικού πληθυσμού να είναι διατεθειμένο να εμβολιαστεί, με υψηλότερα ποσοστά στις μεγάλες ηλικίες, ευάλωτους πληθυσμούς και εκείνους που γνώριζαν καλά τη σοβαρότητα, τα συμπτώματα, τη μετάδοση και την προστασία από τον ιό.

Οι επαγγελματίες του χώρου της υγείας δήλωναν ποσοστό πρόθεσης εμβολιασμού 79%, εξαιτίας της έλλειψης φόβου για την ασφάλεια του εμβολίου και της ακριβούς πληροφόρησης από τις υγειονομικές αρχές. Όμως, δεν είναι γνωστό τι ποσοστό υποστηρίζει ακόμη τους υποχρεωτικούς εμβολιασμούς, ενόσω η πανδημία συνεχίζεται.

Γεωργιάδης: Μια επιχείρηση μπορεί να απολύσει εργαζόμενο αν θέτει σε κίνδυνο τους γύρω του
Για το θέμα της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού σε ομάδες πληθυσμού μίλησε ο υπουργός Ανάπτυξης, Άδωνις Γεωργιάδης, αναφερόμενος στο εργασιακό πλαίσιο σχετικά με όσους δεν θέλουν να εμβολιαστούν και έτσι θέτουν σε κίνδυνο τους συνανθρώπους τους.

«Χθες, ήρθε στο γραφείο μου ένας μεγάλος ξενοδόχος και μου έθεσε το ζήτημα ότι ένα μικρό κομμάτι του προσωπικού δεν θέλει να εμβολιαστεί. Καταλήξαμε ότι θα πρέπει να ενημερώσουμε τους εργαζομένους ότι, για την ασφάλεια της επιχείρησης, θα πρέπει να εμβολιαστούν όλοι και όποιος δεν θέλει να εμβολιαστεί, θα πρέπει να αναλάβει και τις συνέπειες της αποφάσεως του», ανέφερε ο κ. Γεωργιάδης.

Και προσέθεσε πως «δεν μπορεί μια επιχείρηση να κινδυνεύει να κλείσει, επειδή ένας υπάλληλος θέλει να ασκήσει το, δήθεν δικαίωμά του, να μην εμβολιαστεί. Στην υπάρχουσα εργασιακή νομοθεσία, μια επιχείρηση μπορεί να απολύσει έναν υπάλληλο, εάν ο εργαζόμενος θέτει σε κίνδυνο την επιχείρηση».

Σε ερώτηση δημοσιογράφων εάν αυτό είναι έσχατο μέτρο, ο υπουργός Ανάπτυξης είπε: «Θέλω να είμαι ξεκάθαρος. Αν ένας εργαζόμενος θέλει να θέσει σε κίνδυνο τους υπόλοιπους συμπολίτες και συναδέλφους, δεν μπορεί να έχει απαιτήσεις», τόνισε και προσέθεσε: «Όπως είπε χθες και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, με έναν πάρα πολύ ωραίο τρόπο, πουθενά το Σύνταγμα δεν κατοχυρώνει αυτόν που θέλει, με τη συμπεριφορά του, να θέσει σε κίνδυνο τους άλλους».

Ναι για τους εμβολιασμένους οι κλειστοί χώροι – Όχι για τους ανεμβολίαστους
«Τον ανθρώπινο φόβο και την ανησυχία των συμπολιτών μου, κατά του εμβολίου, τον αντιλαμβάνομαι. Όλοι όσοι εμβολιαστήκαμε, είχαμε μια ανθρώπινη ανησυχία. Άλλο είναι η ανθρώπινη ανησυχία, που είναι σεβαστή, και άλλο είναι η αποδοχή ότι οι λίγοι μπορούν να καταστρέψουν τους πολλούς. Αυτό δεν γίνεται», επεσήμανε ο Άδωνις Γεωργιάδης.

Μάλιστα, αναφορικά με τη συζήτηση για τις διευκολύνσεις που μπορούν να έχουν οι εμβολιασμένοι, ο υπουργός Ανάπτυξης δήλωσε πως «η κουβέντα για τα λεγόμενα προνόμια των εμβολιασμένων – που δεν είναι προνόμια, αλλά περισσότερο βαθμοί ελευθερίας των εμβολιασμένων σε σχέση με τους ανεμβολίαστους – θα ξεκινήσει όταν θα έχουμε πλέον δώσει στο σύνολο των κατοίκων της Ελλάδας την ευκαιρία του εμβολιασμού. Όταν πια θα είναι δεδομένο ότι κάποιος δεν έχει εμβολιαστεί, όχι γιατί δεν θέλει, αλλά γιατί δεν μπόρεσε», διευκρίνισε.

Και κατέληξε πως «αρχές Ιούλιου θα έχει επιτευχθεί αυτός ο στόχος» και, κατά συνέπεια, «τον χειμώνα, οι εμβολιασμένοι θα μπορούν να μπαίνουν σε κλειστούς χώρους, οι ανεμβολίαστοι όχι».

Είναι συνταγματική η απαγόρευση ανεμβολίαστων σε εργασιακούς χώρους;
Την εκτίμηση ότι θα είναι συνταγματική και νόμιμη ενδεχόμενη απαγόρευση από εργοδότες σε μη εμβολιασμένους εργαζόμενους να εισέλθουν στο χώρο εργασίας τους, εξέφρασε ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου και πρώην υπουργός, Αντώνης Μανιτάκης.

«Είναι θεμιτό οποιοδήποτε μέτρο απαιτείται για την προστασία της δημόσιας υγείας και το οποίο βρίσκει έρεισμα και στις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής των Ειδικών», είπε χαρακτηριστικά, μιλώντας στο «Πρώτο Πρόγραμμα» της ΕΡΤ ο συνταγματολόγος.

Ωστόσο, ο ίδιος εξέφρασε την αντίθεσή του με την θέση του υπουργού Ανάπτυξης, Άδωνι Γεωργιάδη, ο οποίος άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να έχει τη δυνατότητα μια επιχείρηση να απολύει έναν εργαζόμενο επειδή δεν εμβολιάστηκε.

«Ακραίο μέτρο η απόλυση. Δεν είναι ούτε αναγκαίο, ούτε νόμιμο» σημείωσε, λέγοντας πώς σε αυτές τις περιπτώσεις μπορούν να επιβληθούν άλλα μέτρα, όπως για παράδειγμα η μετάθεση των ανεμβολίαστων σε θέσεις όπου δεν έρχονται σε επαφή με το κοινό, ή να τεθούν σε αργία και να τους επιβληθεί στέρηση μισθού.

Αντιθέτως, όπως είπε, η υποχρέωση εμβολιασμού μπορεί να τεθεί ως όρος για την πρόσληψη ενός εργαζόμενου.

Ο καθηγητής επανέλαβε τη θέση του, πάντως, ότι η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού για ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων κινείται στο πλαίσιο του Συντάγματος.

Νόμιμη απαγόρευση σε μαγαζιά
Παράλληλα, ο Αντώνης Μανιτάκης είπε ότι θα είναι νόμιμη ενδεχόμενη απόφαση επιχειρηματιών και ιδιοκτητών καταστημάτων να απαγορεύσουν την είσοδο σε πελάτες που δεν έχουν εμβολιαστεί, ζήτημα στο οποίο αναφέρθηκε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη Βουλή.

«Νομιμοποιείται να θέσει τέτοιο περιορισμό, καθώς αφορά προφανείς λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας και της φήμης της επιχείρησης, καθώς και προστασίας των υπολοίπων πελατών» επεσήμανε, αφού η αποτροπή μετάδοσης του φονικού ιού δικαιολογεί απολύτως την απαγόρευση εισόδου ανεμβολίαστων σε καταστήματα, ξενοδοχεία, θέατρα, κινηματογράφους και συναυλίες.

Πρόσθεσε, μάλιστα, πως εάν τον χειμώνα κάποιος επιχειρηματίας αναρτήσει σχετική ταμπέλα στην είσοδο του καταστήματός του, αυτό θα είναι μια «συνταγματικώς ορθή πρωτοβουλία, αρκεί να αναγράφεται ευκρινώς ότι πρόκειται για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας».

«Είναι κάτι που προβλέπεται από το Σύνταγμα. Η προστασία της δημόσιας υγείας προέχει έναντι άλλων δικαιωμάτων», υπογράμμισε ο συνταγματολόγος.

«Αν βγω και μιλήσω, θα με τελειώσουν»
Την ώρα που γίνεται όλη αυτή η συζήτηση για τον εμβολιασμό και, παράλληλα, με τις αντικρουόμενες πληροφορίες περί θανατηφόρων περιστατικών μετά τον εμβολιασμό, είτε συνδέονται αποδεδειγμένα με κάποιο εμβόλιο είτε όχι, ήλθε στο προσκήνιο και το ενδεχόμενο φίμωσης των επιστημόνων είτε για την πανδημία γενικότερα, είτε για τα εμβόλια ειδικότερα.

Για τη σχέση ηθικής και επιστήμης κατά τη διάρκεια της πανδημίας τοποθετήθηκε ο διακεκριμένος καθηγητής Παθολογίας – Επιδημιολογίας και Πληθυσμιακής Υγείας του Πανεπιστημίου Stanford και μέλος της Αμερικανικής Εθνικής Ιατρικής Ακαδημίας, Γιάννης Ιωαννίδης.

Ο καθηγητής έκανε λόγο, μεταξύ άλλων, για πίεση που δέχονται οι επιστήμονες, η οποία – όπως είπε – τους οδηγεί να ακολουθούν τις εντολές κυβερνήσεων και επιχειρηματιών.

«Πρέπει να διασφαλίσουμε πως οι επιστήμονες μπορούν να μιλήσουμε ως ελεύθεροι άνθρωποι, να μιλήσουμε με θάρρος, σύνεση και τη σωστή δόση αβεβαιότητας. Οι επιστήμονες πρέπει να μιλούν χωρίς να φοβούνται να πληρώσουν τον λογαριασμό των πολιτικών ή κάποιων άλλων επιχειρηματικών συμφερόντων. Οι επιστήμονες μπορεί πολλές φορές να σκεφτούν τι θα γίνει για τη δική τους χρηματοδότηση, εάν εμφανιστούν ως επαναστάτες μέσα στο σύστημα, καθώς την επόμενη φορά που θα ζητήσω χρηματοδότηση από κάποιον οργανισμό, ίσως με μηδενίσουν», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Παράλληλα, υποστήριξε πως αρκετοί επιστήμονες εμφανίζονται διστακτικοί να μιλήσουν για όσα βιώνουν τον τελευταίο χρόνο, με κάποιους από αυτούς μάλιστα – σύμφωνα πάντα με τον ίδιο – να δέχονται μέχρι και απειλές.

«Αμέτρητοι επιστήμονες, που είχαν φτάσει στην κορυφή της ιεραρχίας, του έστελναν μηνύματα πως ‘δεν μπορώ να κάνω τίποτα’, ‘δεν μπορώ να μιλήσω’, ‘φοβάμαι να μιλήσω’, ‘εάν βγω να μιλήσω θα με καταστρέψουν, θα με τελειώσουν, θα με ποδοπατήσουν’» υπογράμμισε ο κ. Ιωαννίδης, κάνοντας λόγο για συμβιβασμό αρκετών επιστημόνων.

Σαρηγιάννης: «Έχω πει ψέματα για να μην τρομοκρατηθεί ο κόσμος»
Μία άλλη πτυχή του θέματος ανέφερε σε συνέντευξή του ο καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής, Δημοσθένης Σαρηγιάννης, μιλώντας για τις «αμήχανες στιγμές», που αναγκάστηκε να μην πει την κανονική του πρόβλεψη, προκειμένου να μην σπείρει τον πανικό.

Υπενθυμίζεται ότι ο κ. Σαρηγιάννης χρησιμοποιεί ένα «μοντέλο», βάσει του οποίου έχει δώσει πολλές φορές προβλέψεις για την πορεία της πανδημίας, αλλά και για τις μεταλλάξεις που έχουν εντοπιστεί.

Σε συνέντευξή του, ο καθηγητής μίλησε για το μοντέλο αυτό, καθώς και για την πορεία των lockdown, αλλά και για την άβολη στιγμή της ανακοίνωσης ή μη μιας «κακής» πρόβλεψης.

Μιλώντας στη «Μακεδονία», ο καθηγητής κλήθηκε να απαντήσει στην ερώτηση για το αν υπήρξε μια τέτοια άβολη στιγμή, με αποτέλεσμα να μην θέλει να κάνει δημοσίως μία εφιαλτική πρόβλεψη.

Όπως είπε, οι στιγμές αυτές ήταν πολλές και προσέθεσε: «Έχω πει και ψέματα, ώστε να μην τρομοκρατηθεί ο κόσμος. Είχα υπολογίσει ότι θα φτάσουμε τα 25.000 κρούσματα την ημέρα, αλλά είχα πει ότι θα φτάσουμε έως τα 5.000, γιατί ο στόχος μου δεν είναι να σπέρνω πανικό. Ο σκοπός είναι να ενημερώσω τους αρμόδιους, για να πάρουμε μέτρα νωρίτερα».

Αυτό αφορούσε στα «τέλη Σεπτεμβρίου με αρχές Οκτωβρίου, που συζητούσαμε για το δεύτερο κύμα», διευκρίνισε και προσέθεσε πως «εκεί, αν δεν λαμβάναμε μέτρα, θα είχαμε φτάσει σε πολλές χιλιάδες κρούσματα. Επίσης, παίρνω την ευθύνη του lockdown στις 2 Ιανουαρίου, γιατί έστειλα προειδοποίηση», ανέφερε.

Συγκεκριμένα, ο κ. Σαρηγιάννης δήλωσε πως το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς, έστειλε email και ειδοποίησε για τις προβλέψεις.

«Θα υπήρχε μεγάλη αύξηση, η οποία εμφανίστηκε τελικά Φλεβάρη, αλλά με το φρένο του Ιανουαρίου αποτρέψαμε την επίδραση των Χριστουγέννων στη συνολική εξίσωση», όπως είπε.

Η «περίπτωση Σαρηγιάννη», αν και διαφέρει από τα όσα δήλωσε ο καθηγητής Ιωαννίδης, δεν παύει να ενισχύει τις αμφιβολίες των πολιτών για το πόσα «μας λένε και πόσα μας κρύβουν» οι ειδικοί, τόσο για την πανδημία αυτή καθ’ εαυτή, όσο και – γιατί όχι; – για τα εμβόλια.

Τα σχόλια είναι κλειστά.