Ελλάδα – ΗΠΑ: Αμυντική συμφωνία με νέα δεδομένα θα υπογράψει ο Πομπέο στην Αθήνα
Oι διαπραγματεύσεις που διεξήχθησαν με τη συμμετοχή των υπουργείων Εξωτερικών και Εθνικής Αμυνας, καθώς επίσης και στελεχών της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα, του Στέιτ Ντιπάρτμεντ αλλά και της Διοίκησης των Αμερικανικών Δυνάμεων στην Ευρώπη (EUCOM), ολοκληρώθηκαν έπειτα από περίπου πέντε γύρους συνομιλιών
Με πυρετώδη ρυθμό και με χρονικό ορίζοντα την επίσκεψη του αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Μάικ Πομπέο στις 5 Οκτωβρίου στην Αθήνα διεξήχθησαν οι σκληρές παρασκηνιακές διαπραγματεύσεις Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών με σκοπό την αναθεώρηση και επικαιροποίηση της διμερούς Συμφωνίας Αμυντικής Συνεργασίας (Mutual Defense Cooperation Agreement – MDCA).
Αν και ήταν εξαρχής σαφές ότι υπήρχε κοινή επιθυμία να κλείσει το ζήτημα κατά τη διάρκεια της επίσκεψης Πομπέο με την υπογραφή ενός Πρωτοκόλλου Επικαιροποίησης, υπήρξαν αρκετά ζητήματα νομικής αλλά και πολιτικής φύσεως που κυριάρχησαν στις συνομιλίες. Η Αθήνα επεδίωκε κάποιου είδους πολιτικές εγγυήσεις/δεσμεύσεις στήριξης της χώρας μας, ιδιαίτερα έναντι μιας πολύ διεκδικητικής Τουρκίας. Αλλωστε, η αναθεώρηση της MDCA συνιστά μείζονα κίνηση στη σκακιέρα των ελληνοαμερικανικών σχέσεων σε μια περίοδο σημαντικότατων εξελίξεων στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής και η ανάγκη ανταλλαγμάτων προβάλλει επιτακτική.Οι κρίσιμες τεχνικές λεπτομέρειες
Oι διαπραγματεύσεις που διεξήχθησαν με τη συμμετοχή των υπουργείων Εξωτερικών και Εθνικής Αμυνας, καθώς επίσης και στελεχών της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα, του Στέιτ Ντιπάρτμεντ αλλά και της Διοίκησης των Αμερικανικών Δυνάμεων στην Ευρώπη (EUCOM), ολοκληρώθηκαν έπειτα από περίπου πέντε γύρους συνομιλιών. Ο στόχος ήταν να έχει ολοκληρωθεί η διελκυστίνδα ανταλλαγής προσχεδίων μέχρι τις 20 Σεπτεμβρίου ώστε το σχετικό Πρωτόκολλο να υπογραφεί κατά τη διάρκεια της επίσκεψης Πομπέο (φτάνει στην Αθήνα το βράδυ της 4ης Οκτωβρίου). Αυτό κατέστη τελικώς εφικτό και ο κ. Πομπέο θα το υπογράψει μαζί με τον έλληνα ομόλογό του Νίκο Δένδια.
Οι συνομιλίες που ξεκίνησαν από τον περασμένο Μάιο εστιάστηκαν στις αλλαγές που θα γίνονταν επί του Παραρτήματος (Annex) της διμερούς Συμφωνίας Αμυντικής Συνεργασίας και όχι επί του βασικού σώματος αυτής.
Η διαφοροποίηση αυτή είναι κρίσιμη: στο βασικό μέρος της MDCA περιλαμβάνεται η διάρκεια της συμφωνίας, ενώ στο Παράρτημα εντοπίζονται οι κρίσιμες τεχνικές λεπτομέρειες για τη λειτουργία των αμερικανικών στρατιωτικών εγκαταστάσεων επί ελληνικού εδάφους. Στην παρούσα φάση δεν αναμένεται να ληφθεί απόφαση για τη χρονικά μεγαλύτερη ισχύ μιας ανανεωμένης συμφωνίας.
Η Ουάσιγκτον πρότεινε μία κατ’ ελάχιστον 5ετή χρονική διάρκεια ισχύος, με εναλλακτικές επιλογές την 8ετή ή τη 10ετή διάρκεια – με δυνατότητα αυτόματων ανανεώσεων ουσιαστικά επ’ αόριστον. Το ζήτημα για αλλαγή της διάρκειας μάλλον παραπέμπεται για το 2020. Αλλωστε η θεσμοποίηση του Στρατηγικού Διαλόγου, ο δεύτερος γύρος του οποίου θα πραγματοποιηθεί μεταξύ 7 και 9 Οκτωβρίου με τη συμμετοχή άλλων στελεχών της αμερικανικής κυβερνήσεως, αμέσως μετά την επίσκεψη του κ. Πομπέο, συνιστά πλέον το κατάλληλο φόρουμ για τέτοιου είδους συζητήσεις.
Το αμερικανικό αίτημα για ευελιξία
Oπως είχε αποκαλύψει «Το Βήμα» σε εκτενές δημοσίευμά του στις 18 Αυγούστου, οι αλλαγές στη MDCA αφορούν τη συμπερίληψη, πέραν της αεροπορικής βάσης της Σούδας στην Κρήτη, των άλλων τριών περιοχών στις οποίες παρατηρείται την τελευταία 4ετία έντονη αμερικανική στρατιωτική παρουσία. Πρόκειται για τις αεροπορικές βάσεις της Λάρισας και του Στεφανοβικείου, του λιμένος της Αλεξανδρούπολης, αλλά επίσης της προβλήτας Μαραθίου στην Κρήτη, η οποία, αν και λιγότερο γνωστή ως εγκατάσταση, αποτελεί κομβική συνεισφορά στις αμερικανικές Ενοπλες Δυνάμεις λόγω του Κρηπιδώματος Κ-14 που προσφέρει τη δυνατότητα φιλοξενίας αεροπλανοφόρων. Το καθεστώς της όμως είναι περίπλοκο διότι σήμερα φέρει νατοϊκό μανδύα και η μετατροπή του σε διμερές δεν είναι απλή.
Η αμερικανική πλευρά είχε επιμείνει από την αρχή των συνομιλιών στην ανάγκη νομικών διατυπώσεων που να διασφαλίζουν ευελιξία. Αυτό θα επιτρέψει ταχύτερη εκταμίευση των απαραίτητων κονδυλίων για βελτίωση υπαρχουσών υποδομών και για την κατασκευή νέων. Τούτος είναι ο βασικός λόγος που οι Αμερικανοί επεδίωκαν πιο «χαλαρές περιγραφές» των εγκαταστάσεων και των δραστηριοτήτων τους. Ουσιαστικά, η διευκόλυνση των απαραίτητων αμυντικών πιστώσεων από το αμερικανικό Κογκρέσο απαιτεί όχι απλώς ένα δικαίωμα πρόσβασης σε μια στρατιωτική εγκατάσταση, αλλά ένα είδος «ανεμπόδιστης πρόσβασης» ή και «αποκλειστικής χρήσης». Ωστόσο, αυτού του είδους ο επιχειρησιακός έλεγχος δεν πλήττει την κυριαρχία του φιλοξενούντος κράτους σύμφωνα με τους Αμερικανούς.
Τα δύσκολα θέματα και οι πιθανές διέξοδοι
Οι Αμερικανοί φαίνεται να αντιλαμβάνονται, έστω και με απροθυμία, ότι η εσωτερική έννομη τάξη της Ελλάδας δεν μπορεί να επιτρέψει την υιοθέτηση των επονομαζόμενων «εκτελεστικών πρακτόρων». Σύμφωνα με τις αρχικές τους επιθυμίες, οι δύο πλευρές θα έπρεπε να αναθέσουν σε συγκεκριμένους φορείς (π.χ. από την Ελλάδα θα μπορούσε να είναι το υπουργείο Εξωτερικών) την εξουσιοδότηση να αποφασίζουν για την πιθανή παραχώρηση νέων τοποθεσιών ως βάσεων.
Σύμφωνα με ενημερωμένες πηγές που μίλησαν ανωνύμως στο «Βήμα» εξαιτίας της ευαισθησίας του θέματος, αυτό το αίτημα δεν μπορεί να ικανοποιηθεί όπως θα ήθελαν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Το ελληνικό Σύνταγμα ορίζει ότι η είσοδος, η στάθμευση και η παραμονή ξένων στρατιωτικών δυνάμεων επί ελληνικού εδάφους απαιτεί κύρωση με νόμο – όπερ σημαίνει ότι το επικαιροποιημένο Παράρτημα της MDCA θα κυρωθεί από τη Βουλή. Μία πιθανή διέξοδος από τη μικρή αυτή εμπλοκή μπορεί να υπάρξει μέσα από τον σεβασμό στις εσωτερικές νομικές διαδικασίες που ισχύουν σε κάθε πλευρά, αλλά και από την εκμετάλλευση των προβλέψεων σχετικά με την Κοινή Επιτροπή που ήδη προβλέπεται στη MDCA και που θα μπορεί να ρυθμίζει δραστηριότητες μικρής έκτασης.
Οι πολιτικές εγγυήσεις
Ενα από τα ζητήματα που απασχόλησαν έντονα την Αθήνα υπήρξε η διεκδίκηση κάποιου είδους πολιτικών δεσμεύσεων για στήριξη της Ελλάδος από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτές οι δεσμεύσεις θα μπορούσαν ίσως να λάβουν τη μορφή μιας Κοινής Δήλωσης ή ακόμη και της ανταλλαγής επιστολών. Το μοντέλο που θα επιθυμούσε η ελληνική πλευρά να επαναληφθεί είναι η ανταλλαγή επιστολών Κίσινγκερ – Μπίτσιου το 1976, σε μία περίοδο που επίσης υπήρχε υψηλή ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ωστόσο, η Ουάσιγκτον δεν εμφανίστηκε διατεθειμένη για την ανταλλαγή νέων επιστολών. Η εκτίμηση των Αμερικανών είναι ότι η αναβάθμιση της MDCA αποτελεί την καλύτερη εγγύηση.{CR}Παράγοντες του υπουργείου Εξωτερικών θεωρούν ότι η Αθήνα οφείλει να επιμείνει για την έναρξη συνομιλιών με σκοπό τη συνομολόγηση μιας νέας διμερούς αμυντικής συμφωνίας που θα μπορούσε να καλύπτει και μια μεγαλύτερη χρονική διάρκεια. Δεν είναι όμως απολύτως σαφές ότι την άποψη αυτή συμμερίζεται η πλευρά του υπουργείου Εθνικής Aμυνας, που εκτιμά ότι η MDCA, με την παρούσα μορφή της, καλύπτει τις ανάγκες της χώρας. Μάλιστα, αξιωματούχοι του Πενταγώνου έχουν καταρτίσει και σχετικό κείμενο μη δεσμευτικού χαρακτήρα, που αναμένεται να συζητηθεί στο πλαίσιο του Στρατηγικού Διαλόγου για εμβάθυνση της διμερούς αμυντικής συνεργασίας.
Η περίπτωση της Ανδραβίδας
Στελέχη του υπουργείου Εθνικής Αμυνας «έριξαν στο τραπέζι» την ιδέα να συμπεριληφθεί στο επικαιροποιημένο Παράρτημα η χρήση του στρατιωτικού αεροδρομίου της Ανδραβίδας από τους Αμερικανούς. Το σκεπτικό πίσω από την πρόταση αυτή – που δεν υιοθετήθηκε τελικά – είναι ότι η βάση της Ανδραβίδας θα μπορούσε να αποτελέσει για τους Αμερικανούς μία εναλλακτική επιλογή πέραν των μεγάλων βάσεων σε Ιντσιρλίκ (Τουρκία) και Σιγκονέλα (Ιταλία) καθώς έχει τη δυνατότητα τα εξυπηρετήσει μεγάλα αεροσκάφη που δεν είναι εύκολο πλέον, λόγω κίνησης, να εξυπηρετηθούν στη Σούδα.
Οι επιπλοκές με Μαράθι και ΑλεξανδρούποληΗ πλέον κομβική προσθήκη στο ζήτημα της επικαιροποίησης της MDCA αφορά τη συμπερίληψη της προβλήτας Μαραθίου στο Παράρτημα. Οι Αμερικανοί θέτουν επιτακτικά την «τακτοποίηση» του ζητήματος και οι λόγοι είναι σαφείς: η χρήση του έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια και οι επισκέψεις αμερικανικών πλοίων είναι συνεχείς. Ωστόσο, αξιωματούχοι του υπουργείου Εθνικής Αμυνας επεσήμαναν ότι δεν είναι εφικτή η πλήρης συμπερίληψη των εγκαταστάσεων του Μαραθίου (όπως π.χ. το Κρηπίδωμα Κ-14 ή το Cold Iron Facility) στην MDCA διότι αυτή αποτελεί νατοϊκή υποδομή. Πρέπει να σημειωθεί βέβαια ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες χρηματοδοτούν σε συντριπτικό ποσοστό τις εγκαταστάσεις αυτές και απολαμβάνουν προτεραιότητα στη χρήση τους. Τις τελευταίες 10 ημέρες συζητήθηκαν διάφορες εναλλακτικές λύσεις για να παρακαμφθούν οι σχετικοί νομικοί σκόπελοι, ενώ και η Αθήνα παρείχε διασφαλίσεις ότι η τρέχουσα χρήση δεν θα διαταραχθεί.
Υπάρχει επίσης ο «φάκελος Αλεξανδρούπολη». Πρόσφατα, σε μία προβεβλημένη τελετή, ο αμερικανός πρεσβευτής Τζέφρι Πάιατ και ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος επιθεώρησαν τις εργασίες για την ανέλκυση της βυθοκόρου «Ολγας» από το λιμάνι της ακριτικής πόλης – που χρηματοδοτήθηκε από τον αμερικανικό Στρατό. Η ολοκλήρωση της ανέλκυσης θα επιτρέψει τον ελλιμενισμό μεγαλύτερων αμερικανικών πλοίων και θα διευκολύνει πολύ τη μεταφορά αμερικανικών δυνάμεων προς την Κεντρική Ευρώπη. Η έμφαση δόθηκε στην παροχή από το ΤΑΙΠΕΔ δικαιώματος χρήσης μέρους του λιμένος από τους Αμερικανούς, καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη διαδικασία ιδιωτικοποίησης και το λιμάνι αποτελεί πολιτική εγκατάσταση. Αυτή η ρήτρα θα μπορούσε να ενταχθεί στο τεύχος δημοπράτησης για τους μελλοντικούς υποψήφιους επενδυτές.
Γιατί Λάρισα και Στεφανοβίκειο δεν είναι Σούδα
Η ελληνική πλευρά προσπάθησε να εξηγήσει στους αμερικανούς συνομιλητές της ότι το καθεστώς που απολαμβάνουν οι στρατιωτικές δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών στη βάση της Σούδας, εντός των ορίων της 115 Πτέρυγας Μάχης (η βάση αποκαλείται με τον μάλλον άκομψο όρο «Ευκολία»), στη MDCA του 1990 δεν μπορούσε απλά να αντιγραφεί για την αεροπορική βάση της Λάρισας, αλλά ούτε και για αυτή στο Στεφανοβίκειο.
Υπενθυμίζεται ότι στη Λάρισα σταθμεύουν από την 1η Μαρτίου 2018 δύο Μη Επανδρωμένα Αεροσκάφη ΜQ-9Reaper, ενώ η βάση Αεροπορίας Στρατού στο Στεφανοβίκειο έχει επανειλημμένως χρησιμοποιηθεί από αμερικανικά ελικόπτερα. Η ελληνική πλευρά στις προτάσεις της διαχώρισε την αεροπορική βάση της Σούδας από εκείνες σε Λάρισα και Στεφανοβίκειο, οι οποίες αναφέρονται ως λειτουργούσες εντός ελληνικών στρατιωτικών εγκαταστάσεων με βάση συγκεκριμένες συμφωνίες χρήσεως από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σημειώνεται ότι στα Αρθρα III και IV του βασικού σώματος της MDCA υπάρχουν σαφείς προβλέψεις σχετικά με τον ρόλο του αμερικανού διοικητή στη Σούδα, όπως επίσης για τις κρυπτογραφικές εγκαταστάσεις και για τις σημαίες, που η ελληνική πλευρά δεν θέλει να ισχύσουν για Λάρισα και Στεφανοβίκειο. Οι εξουσίες του αμερικανού διοικητή στις δύο νεότερες εγκαταστάσεις θα περιορίζονται στη διοίκηση των αμερικανικών στρατευμάτων και στη διεύθυνση των εγκεκριμένων και συμφωνημένων επιχειρήσεων. Δεν μπορεί όμως να υπάρξει εξομοίωση που θα οδηγεί π.χ. να είναι ο αμερικανός διοικητής ουσιαστικά συνδιοικητής στις βάσεις.
Τα σχόλια είναι κλειστά.