Πριν από 51 χρόνια, στις 24/7/1974 κι ενώ είχε προηγηθεί το αποτυχημένο πραξικόπημα της δικτατορίας εναντίον του Μακαρίου στην Κύπρο και η τουρκική εισβολή που το ακολούθησε, η Χούντα έπεσε και η πολιτική εξουσία παραδόθηκε στη λεγόμενη κυβέρνηση “εθνικής ενότητας”, ως προϊόν συμβιβασμού ανάμεσα στην ηγεσία της στρατιωτικής δικτατορίας, τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και αστούς πολιτικούς ηγέτες της προδικτατορικής περιόδου, με προεξάρχοντα τον Κ. Καραμανλή.
Βασικός στόχος αυτής της πολιτικής μεταβολής ήταν η ενσωμάτωση της δυσαρέσκειας του λαού και της νεολαίας, η οποία είχε εκδηλωθεί σε συνθήκες όξυνσης των εργατικών-λαϊκών προβλημάτων, είχε μαζικοποιηθεί με τον ξεσηκωμό του Πολυτεχνείου και την αιματηρή καταστολή του και είχε κλιμακωθεί μετά το έγκλημα στην Κύπρο.
Σε αυτές τις συνθήκες και υπό τον φόβο μιας πιο αποφασιστικής παρέμβασης του εργατικού – λαϊκού παράγοντα επιλέχθηκε η μετάβαση στην αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία ως η καλύτερη επιλογή για τα συνολικά συμφέροντα της αστικής τάξης.
Η δικτατορία – οι πρωταγωνιστές της οποίας είχαν εκκολαφτεί στο πλαίσιο των μηχανισμών του μεταπολεμικού κράτους, του αστικού στρατού, αλλά και του ΝΑΤΟ – στηρίχτηκε στους νόμους και στους μηχανισμούς που βρήκε έτοιμους από τις προδικτατορικές κυβερνήσεις για το χτύπημα του εργατικού-λαϊκού κινήματος, ιδιαίτερα των αγωνιστών της ΕΑΜικής Αντίστασης και του ΔΣΕ.
Αποτέλεσε γέννημα και προέκταση των χαρακτηριστικών και των αδιεξόδων του αστικού πολιτικού συστήματος αυτής της περιόδου, χρησιμοποιώντας πιο ανοικτά και πιο έντονη αντικομμουνιστική κρατική καταστολή.
Τόσο η επιβολή της Χούντας, όσο και η πτώση της και η αντικατάστασή της από την αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία, αποδεικνύουν ότι η αστική τάξη δεν διστάζει να εναλλάσσει τις μορφές διαχείρισης της εξουσίας της, ανάλογα με τις εσωτερικές και διεθνείς προτεραιότητες και ανάγκες της, με μόνιμα θύματα την εργατική τάξη και το λαό.
Η επέτειος της πτώσης της Χούντας φέρνει στη μνήμη όλους εκείνους που αγωνίστηκαν εναντίον της, συνελήφθησαν, βασανίστηκαν, φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν, δολοφονήθηκαν. Το ΚΚΕ τιμά τις θυσίες τους και το παράδειγμα ζωής που προσέφεραν στις νεότερες γενιές.
Το ΚΚΕ είναι περήφανο για την πρωτοπόρα και αταλάντευτη δράση των μελών και στελεχών του, καθώς και της ΚΝΕ που συγκροτήθηκε στα χρόνια της επταετίας σε συνθήκες σκληρής παρανομίας, που αντέταξαν την πιο μαζική, οργανωμένη, συνεπή και σταθερή αντίσταση στη χούντα, προσφέροντας από την πρώτη στιγμή τις περισσότερες θυσίες στον αντιδικτατορικό αγώνα.
Η ηρωική στάση των κομμουνιστών στην ανάκριση, στα βασανιστήρια, στα στρατοδικεία ενίσχυε ηθικά και ιδεολογικά το αντιδικτατορικό κίνημα, όταν “όλα τα ‘σκιαζε η φοβέρα”. Χάρη και σε αυτούς τους δεσμούς του με τις εργατικές-λαϊκές δυνάμεις, το ΚΚΕ επέβαλε μεταδικτατορικά και τη de facto νομιμοποίησή του.
Είναι περήφανο που ήταν το μοναδικό κόμμα που όχι μόνο δεν συμμετείχε, αλλά και καταδίκασε ανοιχτά τα σχέδια “φιλελευθεροποίησης” της δικτατορίας, που στήριζε την επιδίωξη ανατροπής της στον οργανωμένο αγώνα του εργατικού – λαϊκού παράγοντα με όλες τις μορφές πάλης.
Αν και το εργατικό, λαϊκό και νεολαιίστικο κίνημα, με κορυφαία στιγμή τον ξεσηκωμό του Πολυτεχνείου, έδειξε τη δύναμή του, δεν έβαλε ωστόσο στο στόχαστρό του την ίδια την καπιταλιστική εξουσία, που ήταν και η μήτρα της δικτατορίας, με αποτέλεσμα τη μη εκπλήρωση πολλών εκ των αιτημάτων του αντιδικτατορικού αγώνα.
Πενηνταένα χρόνια μετά, η ιστορική περίοδος της λεγόμενης “μεταπολίτευσης” προσφέρεται για την εξαγωγή πολύτιμων συμπερασμάτων για το σήμερα, για τις αναγκαίες ριζικές αλλαγές και ανατροπές προς όφελος της εργατικής – λαϊκής πλειοψηφίας.
Είναι, άλλωστε, γεγονός ότι η συγκεκριμένη επέτειος και οι γενικόλογες αναφορές στην “αποκατάσταση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου”, αξιοποιούνται για τη συσκότιση του εκμεταλλευτικού χαρακτήρα του σημερινού σάπιου και ξεπερασμένου κράτους, συνολικά του καπιταλιστικού συστήματος.
Το διαρκές ξήλωμα εργατικών-λαϊκών κατακτήσεων, οι εκατοντάδες νεκροί στους χώρους δουλειάς και η θέσπιση έως και 13 ωρών δουλειάς την ημέρα, η στροφή στην “πολεμική οικονομία” και η ολοένα βαθύτερη εμπλοκή της χώρας στους πολεμικούς ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ, η ένταση της καταστολής και του αυταρχισμού, τα κύματα ξεριζωμένων προσφύγων και μεταναστών μαζί με την καταπάτηση κάθε έννοιας ανθρωπίνων δικαιωμάτων που είναι πολιτική της ΕΕ και πολλά ακόμη, δεν αποτελούν κάποια απόκλιση από το “κράτος δικαίου”, αλλά συνιστούν αδιαμφισβήτητα στοιχεία ότι το “δημοκρατικό” αστικό κράτος δεν είναι κάτι ουδέτερο, υπεράνω τάξεων, αλλά όργανο επιβολής των συμφερόντων της κυρίαρχης τάξης. Ακόμη και τα σκάνδαλα, αντικατοπτρίζουν την ίδια τη λειτουργία ενός άδικου κράτους που είναι φτιαγμένο για να υπηρετεί τα συμφέροντα των λίγων κι όχι τις λαϊκές ανάγκες και που η νόμιμη καταλήστευση του παραγόμενου πλούτου πάει χέρι-χέρι με τα φαινόμενα διαφθοράς.
Επομένως η μάχη συνολικά απέναντι στη σημερινή αντιλαϊκή κυβέρνηση της ΝΔ, στην κυρίαρχη πολιτική, στην αδικία του συστήματος, δεν μπορεί να δοθεί με τη σημαία της υπεράσπισης του σημερινού κράτους, της αποκατάστασης της κλονισμένης αξιοπιστίας των θεσμών του και της αντιλαϊκής “ευρωπαϊκής κανονικότητας”, όπως λένε όλα τα υπόλοιπα κόμματα, ιδιαίτερα εκείνα της αμαρτωλής σοσιαλδημοκρατίας που προσπαθούν να ανασύρουν το γνωστό χιλιοπαιγμένο έργο “των δημοκρατικών και προοδευτικών κυβερνήσεων”. Είναι μια σημαία ξένη για τα λαϊκά συμφέροντα.
Απάντηση στη σημερινή βαρβαρότητα μπορεί να δοθεί μόνο με τη διαμόρφωση μιας πανελλαδικής, μαχητικής συμμαχίας της εργατικής τάξης με τα λαϊκά στρώματα και τη μαζική συμμετοχή της νεολαίας, σε αντικαπιταλιστική – αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση για ριζικές αλλαγές στην οικονομία και το κράτος, με αποδέσμευση από τις αντιδραστικές συμμαχίες του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Μιας συμμαχίας που θα βάζει στο στόχαστρο την πραγματική ρίζα των προβλημάτων, το σύστημα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και θα παλεύει για την ανατροπή του, για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, το σοσιαλισμό – κομμουνισμό.