Ο ναός αποτέλεσε σε όλη τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας την έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και υπήρξε ο σημαντικότερος ναός της Ορθόδοξης εκκλησίας
Σπάνια ένα μνημείο προκαλεί δέος και συγκίνηση ανάλογη με αυτή που δημιουργείται όταν κάποιος αντικρίζει την Αγία Σοφία. Χτισμένη πάνω σε ένα μικρό ύψωμα, έτσι ώστε να είναι το πρώτο κτίσμα που χτυπάει στα μάτια του επισκέπτη, καθώς εισέρχεται από την Προποντίδα, η Αγία Σοφία είναι ένα από τους μεγαλύτερους ναούς του κόσμου, ένα πραγματικό θαύμα της βυζαντινής αρχιτεκτονικής και ένα σύμβολο για όλους τους Ορθόδοξους Χριστιανούς.
Βέβαια, λόγω της μακραίωνης ιστορίας της, ο ναός της Αγίας Σοφίας έχει ένα ακόμα μοναδικό χαρακτηριστικό: είναι ένα κτίριο που έχει υπάρξει τόπος λατρείας όχι μόνο για τους Ορθόδοξους, αλλά και τους Καθολικούς και τους Μουσουλμάνους.Το οικοδόμημα ακολουθεί τον αρχιτεκτονικό ρυθμό της τρουλαίας βασιλικής και συνδυάζει στοιχεία της πρώιμης βυζαντινής ναοδομίας, σε πολύ μεγάλη κλίμακα. Εκτός από τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό της, η Αγία Σοφία ξεχωρίζει επίσης για τον πλούσιο εσωτερικό διάκοσμό της.
Ο ναός αποτέλεσε σε όλη τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας την έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και υπήρξε ο σημαντικότερος ναός της Ορθόδοξης εκκλησίας.
Για χίλια και πλέον χρόνια (537-1453), η Αγία Σοφία θα αποτελέσει το κέντρο της ορθοδοξίας και του ελληνισμού. Εκεί, ο λαός θα γιορτάσει τους θριάμβους, θα θρηνήσει τις συμφορές και θα αποθεώσει τους νέους αυτοκράτορες.
Οι πρώτοι δύο ναοί
Λίγοι γνωρίζουν ότι η Αγία Σοφία που υπάρχει σήμερα στην Κωνσταντινούπολη δεν είναι η πρώτη, αλλά η τρίτη μορφή του ναού.
Ο πρώτος ναός της Αγίας Σοφίας, τύπου ξυλόστεγης βασιλικής, θεμελιώθηκε από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο το 330 μ.Χ. όταν μετέφερε την πρωτεύουσα της παραπαίουσας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από την Ρώμη στην Νέα Ρώμη (Κωνσταντινούπολη αργότερα). Η ανέγερση του ναού ολοκληρώθηκε από τον γιο του Κωνστάντιο και τα εγκαίνια έγιναν στις 15 Φεβρουαρίου 360.
Κατά την διάρκεια της βασιλείας του Αρκαδίου, το 404, ο πρώτος ναός πυρπολήθηκε από εξαγριωμένους υποστηρικτές του Ιωάννη του Χρυσόστομου, τον οποίο είχε εξορίσει η αυτοκράτειρα Ευδοξία. Η Αγία Σοφία ξανακτίσθηκε ως ξυλόστεγη βασιλική από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β’ και τα εγκαίνια έγιναν στις 11 Ιανουαρίου 415 από τον πατριάρχη Αττικό. Όμως ο ναός θα πυρποληθεί εκ νέου, το 532, κατά τη Στάση του Νίκα.
Έτσι, ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α’ αποφάσισε να κατασκευάσει την εκκλησία από την αρχή, στον ίδιο χώρο, αλλά πολύ πιο επιβλητική, για να δεσπόζει στη Βασιλεύουσα. Τα θεμέλια αυτού του μεγαλοπρεπή ναού τέθηκαν στις 23 Φεβρουαρίου 532, σαράντα ημέρες μετά την καταστολή της εξέγερσης, με σχέδια που εκπόνησαν ο Ανθέμιος Τραλλιανός (474-534) και ο Ισίδωρος ο Μιλήσιος (442-534).
Οι δυο έμπειροι μηχανικοί, αλλά και αρχιτέκτονες, μαθηματικοί και καλλιτέχνες, έδωσαν νέες λύσεις σε μέχρι τότε άλυτα αρχιτεκτονικά προβλήματα. Εφάρμοσαν το σύστημα θολοδομίας και δημιούργησαν ένα νέο τύπο εκκλησίας, την βασιλική με τρούλλο, ενώ η αντισεισμική προστασία του ναού, στην κατ’ εξοχήν σεισμογενή Κωνσταντινούπολη, θαυμάζεται ακόμη και σήμερα από τους ειδικούς.Για την ολοκλήρωση του κολοσσιαίου έργου δούλεψαν αδιάκοπα επί έξι χρόνια 10.000 τεχνίτες, ενώ το κόστος κατασκευής του κυμάνθηκε από 80 έως 320 κεντηνάρια χρυσού (περίπου 2,5 δισ. ευρώ). Από κάθε σημείο της αυτοκρατορίας, έγινε προσφορές.Τα πράσινα μάρμαρα από τη Μάνη και την Κάρυστο, τα τριανταφυλλιά από τη Φρυγία και τα κόκκινα από την Αίγυπτο. Από τον υπόλοιπο κόσμο προσφέρθηκαν τα πολύτιμα πετράδια, ο χρυσός, το ασήμι και το ελεφαντόδοντο, για τη διακόσμηση του εσωτερικού.
Τα εγκαίνια έγιναν στις 27 Δεκεμβρίου του 537 από τον Ιουστινιανό, ο οποίος βλέποντας την υπεροχή της Αγίας Σοφίας έναντι του ξακουστού ναού του Σολομώντα στην Ιερουσαλήμ, αναφώνησε: «Δόξα τω Θεώ τω καταξιώσαντί με τοιούτον έργον επιτελέσαι. Νενίκηκά σε Σολομών».
Ο ναός έχει μέγιστες διαστάσεις 77Χ72 μέτρα και ο εντυπωσιακός τρούλλος που κυριαρχεί σε όλη την σύνθεση, έχει διάμετρο 33 μέτρα και ύψος από το δάπεδο 62 μέτρα. Κανένας από τους δύο δημιουργούς της Αγίας Σοφίας δεν ευτύχησε να δει το έργο τελειωμένο, καθώς πέθαναν πριν από την ολοκλήρωσή της.
Η τελική μορφή του ναού
Ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α’ αποφάσισε να κατασκευάσει την εκκλησία από την αρχή, στον ίδιο χώρο, αλλά πολύ πιο επιβλητική. Τα θεμέλια αυτού του μεγαλοπρεπή ναού θα μπουν στις 23 Φεβρουαρίου του 532, με σχέδια που εκπόνησαν οι αρχιτέκτονες Ανθέμιος Τραλλιανός και Ισίδωρος ο Μιλήσιος.
Για την ολοκλήρωση του κολοσσιαίου έργου δούλεψαν αδιάκοπα επί έξι χρόνια 10.000 τεχνίτες, ενώ ξοδεύτηκαν 320.000 λίρες (περίπου 120.000.000 ευρώ).
Από κάθε σημείο όπου υπήρχε Ελληνισμός, έγινε προσφορά: τα πράσινα μάρμαρα από τη Μάνη και την Κάρυστο, τα τριανταφυλλιά από τη Φρυγία και τα κόκκινα από την Αίγυπτο. Από τον υπόλοιπο κόσμο προσφέρθηκαν τα πολύτιμα πετράδια, ο χρυσός, το ασήμι και το ελεφαντόδοντο, για τη διακόσμηση του εσωτερικού.
Τα εγκαίνια έγιναν στις 27 Δεκεμβρίου του 537 από τον Ιουστινιανό, ο οποίος βλέποντας την υπεροχή της Αγίας Σοφίας έναντι του ξακουστού ναού του Σολομώντα, αναφωνεί: «Δόξα τω Θεώ το καταξιωσάντι με τελέσαι τοιούτον έργον. Νενίκηκά σε Σολομών», δηλαδή «Δόξα τω Θεώ που με καταξίωσε να ολοκληρώσω τέτοιο έργο, σε νίκησα Σολομώντα».
Στο προαύλιο του ναού λέγεται πως υπήρχε κρήνη, στην οποία ανεγράφετο η καρκινική φράση «ΝΙΨΟΝΑΝΟΜΗΜΑΤΑΜΗΜΟΝΑΝΟΨΙΝ» (νίψον ανομήματα μη μόναν όψιν, δηλ. ξέπλυνε τις αμαρτίες σου και όχι μόνο το πρόσωπό σου). Η φράση αυτή, αν αναγνωσθεί ανάποδα (από δεξιά προς τα αριστερά) αποδίδει τις ίδιες λέξεις και επομένως και το αυτό νόημα.
Την εποχή του Ιουστινιανού, η Αγία Σοφία είχε χίλιους κληρικούς.
Η κατασκευή του τελικού ναού της Αγίας Σοφίας σε πάπυρο του 14ου αιώνα.
Είχε γίνει και Ρωμαιοκαθολικός ναός
Κατά την περίοδο των Σταυροφοριών και συγκεκριμένα κατά την περίοδο 1204-1261 ο ναός έγινε Ρωμαιοκαθολικός.
Μάλιστα, κατά την διάρκεια της άλωσης της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους (το 1204), η Αγία Σοφία υπέστη τεράστιες ζημιές.
Μετατράπηκε σε τζαμί μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης
Μετά την επανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Βυζαντινούς το 1262, η Αγία Σοφία ήταν σε πολύ κακή κατάσταση.
Εργασίες συντήρησης έγιναν το 1317 και ακόμα πιο εκτενώς από το 1346 έως το 1354, που η εκκλησία ήταν κλειστή για το κοινό, καθώς πολλά σημεία της οροφής είχαν καταρρεύσει και ο ναός είχε υποστεί ζημιές από τον σεισμό του 1344.
Η τελευταία λειτουργία τελέστηκε στις 29 Μαΐου του 1453. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος ΙΑ’ Δραγάτης, αφού προσευχήθηκε μαζί με το λαό και ζήτησε συγνώμη για λάθη που πιθανόν έκανε, έφυγε για τα τείχη, όπου έπεσε μαχόμενος.
Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος.
Απεικόνιση της Αγίας Σοφίας το 1559, μόλις έναν αιώνα μετά την άλωση του 1453.
Κατά την περίοδο την Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έγιναν στο ναό σημαντικές καταστροφές στις τοιχογραφίες του ναού (ασβεστώθηκαν), αφού η απεικόνιση του ανθρώπινου σώματος θεωρείται βλασφημία για το Ισλάμ. Ο ναός με την σπουδαία αρχιτεκτονική του αποτέλεσε πρότυπο για την κατασκευή και άλλων τεμενών, όπως το Μπλε Τζαμί.
Η σύγχρονη ιστορία: Από τζαμί σε μουσείο και πάλι… τζαμί
To 1934 o Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, στα πλαίσια του εκσυγχρονισμού της Τουρκίας, μετέτρεψε το τέμενος σε μουσείο.
Σήμερα ο ναός εξακολουθεί να είναι μουσείο, ενώ πραγματοποιούνται σε αυτόν πολιτιστικές εκδηλώσεις, αλλά και εκδηλώσεις που θεωρούνται από ορισμένους ότι δεν αρμόζουν στο χώρο, όπως επιδείξεις μόδας.
Παράλληλα, γίνονται προσπάθειες για τη διάσωση των ψηφιδωτών του ναού.
Την Παρασκευή 10 Ιουλίου 2020, το Συμβούλιο της Επικρατείας της Τουρκίας αποφάσισε ότι η μετατροπή της Αγίας Σοφίας της Κωνσταντινούπολης σε μουσείο το 1934 ήταν παράνομη.
Απεικόνιση της Αγίας Σοφίας το 1559, μόλις έναν αιώνα μετά την άλωση του 1453.
Ο πρώτος ναός της Αγίας Σοφίας, τύπου ξυλόστεγης βασιλικής, θεμελιώθηκε από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο το 330 μ.Χ. όταν μετέφερε την πρωτεύουσα της παραπαίουσας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από την Ρώμη στην Νέα Ρώμη (Κωνσταντινούπολη αργότερα). Η ανέγερση του ναού ολοκληρώθηκε από τον γιο του Κωνστάντιο και τα εγκαίνια έγιναν στις 15 Φεβρουαρίου 360.
Κατά την διάρκεια της βασιλείας του Αρκαδίου, το 404, ο πρώτος ναός πυρπολήθηκε από εξαγριωμένους υποστηρικτές του Ιωάννη του Χρυσόστομου, τον οποίο είχε εξορίσει η αυτοκράτειρα Ευδοξία. Η Αγία Σοφία ξανακτίσθηκε ως ξυλόστεγη βασιλική από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β’ και τα εγκαίνια έγιναν στις 11 Ιανουαρίου 415 από τον πατριάρχη Αττικό. Όμως ο ναός θα πυρποληθεί εκ νέου, το 532, κατά τη Στάση του Νίκα.
Έτσι, ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α’ αποφάσισε να κατασκευάσει την εκκλησία από την αρχή, στον ίδιο χώρο, αλλά πολύ πιο επιβλητική, για να δεσπόζει στη Βασιλεύουσα. Τα θεμέλια αυτού του μεγαλοπρεπή ναού τέθηκαν στις 23 Φεβρουαρίου 532, σαράντα ημέρες μετά την καταστολή της εξέγερσης, με σχέδια που εκπόνησαν ο Ανθέμιος Τραλλιανός (474-534) και ο Ισίδωρος ο Μιλήσιος (442-534).
Οι δυο έμπειροι μηχανικοί, αλλά και αρχιτέκτονες, μαθηματικοί και καλλιτέχνες, έδωσαν νέες λύσεις σε μέχρι τότε άλυτα αρχιτεκτονικά προβλήματα. Εφάρμοσαν το σύστημα θολοδομίας και δημιούργησαν ένα νέο τύπο εκκλησίας, την βασιλική με τρούλλο, ενώ η αντισεισμική προστασία του ναού, στην κατ’ εξοχήν σεισμογενή Κωνσταντινούπολη, θαυμάζεται ακόμη και σήμερα από τους ειδικούς.
Για την ολοκλήρωση του κολοσσιαίου έργου δούλεψαν αδιάκοπα επί έξι χρόνια 10.000 τεχνίτες, ενώ το κόστος κατασκευής του κυμάνθηκε από 80 έως 320 κεντηνάρια χρυσού (περίπου 2,5 δισ. ευρώ). Από κάθε σημείο της αυτοκρατορίας, έγινε προσφορές.Τα πράσινα μάρμαρα από τη Μάνη και την Κάρυστο, τα τριανταφυλλιά από τη Φρυγία και τα κόκκινα από την Αίγυπτο. Από τον υπόλοιπο κόσμο προσφέρθηκαν τα πολύτιμα πετράδια, ο χρυσός, το ασήμι και το ελεφαντόδοντο, για τη διακόσμηση του εσωτερικού.
Τα εγκαίνια έγιναν στις 27 Δεκεμβρίου του 537 από τον Ιουστινιανό, ο οποίος βλέποντας την υπεροχή της Αγίας Σοφίας έναντι του ξακουστού ναού του Σολομώντα στην Ιερουσαλήμ, αναφώνησε: «Δόξα τω Θεώ τω καταξιώσαντί με τοιούτον έργον επιτελέσαι. Νενίκηκά σε Σολομών».
Ο ναός έχει μέγιστες διαστάσεις 77Χ72 μέτρα και ο εντυπωσιακός τρούλλος που κυριαρχεί σε όλη την σύνθεση, έχει διάμετρο 33 μέτρα και ύψος από το δάπεδο 62 μέτρα. Κανένας από τους δύο δημιουργούς της Αγίας Σοφίας δεν ευτύχησε να δει το έργο τελειωμένο, καθώς πέθαναν πριν από την ολοκλήρωσή της.
Για χίλια περίπου χρόνια (537-1453), η Αγία Σοφία ήταν το κέντρο της πολιτικής, εκκλησιαστικής και πνευματικής ζωής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Εκεί, ο λαός θα γιορτάσει τους θριάμβους, θα θρηνήσει τις συμφορές και θα αποθεώσει τους νέους αυτοκράτορες. Η εκκλησία είναι αφιερωμένη στην Σοφία του Θεού, αλλά για τους Βυζαντινούς ήταν περισσότερο ταυτισμένη με την Παναγία. Το 626 , όταν η Κωνσταντινούπολη σώθηκε από την πολιορκία Αβάρων και Περσών, εψάλη εκεί για πρώτη φορά εκεί ο Ακάθιστος Ύμνος. Το 860, όταν την Κωνσταντινούπολη πολιόρκησαν οι Ρως (Ρώσοι), ο πατριάρχης Φώτιος πήρε το πέπλο της Θεοτόκου, που φυλασσόταν στην Αγία Σοφία και το εμβάπτισε στην θάλασσα. Τότε προκλήθηκε μεγάλη θαλασσοταραχή που κατέστρεψε τον εχθρικό στόλο, σύμφωνα με την παράδοση.
Την εποχή της Εικονομαχίας (726-843) απομακρύνθηκαν από την Αγία Σοφία οι εικόνες και κάθε είδους αναπαράσταση των θείων και αγίων προσώπων. Επί πατριαρχίας του εικονομάχου πατριάρχη Νικήτα Α (766-780) μόνο ο σταυρός εξέφραζε την ταύτιση της Αγίας Σοφίας με την χριστιανική θρησκεία.
Στις 16 Ιουλίου 1054 μέσα στην Αγία Σοφία εκτυλίχθηκε ένα από τα σοβαρότερα επεισόδια του εκκλησιαστικού Σχίσματος, όταν ο απεσταλμένος του Πάπα καρδινάλιος Ουμβέρτος επέθεσε επιδεικτικά τη Βούλα Αφορισμού του πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριου στην Αγία Τράπεζα, πριν από την έναρξη της Θείας Λειτουργίας. Κατά την διάρκεια της Λατινοκρατίας (1204-1261), η Αγία Σοφία μετατράπηκε σε Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και έδρα του Λατίνου Πατριάρχη.
Η τελευταία λειτουργία τελέστηκε στις 29 Μαΐου 1453. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ΙΑ’ Παλαιολόγος, αφού προσευχήθηκε μαζί με το λαό και ζήτησε συγγνώμη για τα λάθη του, έφυγε για τα τείχη, όπου έπεσε μαχόμενος.
Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, η Αγία Σοφία έγινε μουσουλμανικό τέμενος (τζαμί) από τον Μωάμεθ Β’ τον Πορθητή και μετά την Μικρασιατική Καταστροφή και την ίδρυση του σύγχρονου Τουρκικού Κράτους από τον Κεμάλ Ατατούρκ, μετατράπηκε σε μουσείο με απόφαση του υπουργικού συμβουλίου στις 24 Νοεμβρίου 1934.
Η Αγία Σοφία ως μουσείο άνοιξε τις πύλες της την 1η Φεβρουαρίου 1935 και στις 6 Δεκεμβρίου 1985, ανακηρύχθηκε από την UNESCO, Μνημείο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Στις 10 Ιουλίου 2020, ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υπέγραψε διάταγμα, με το οποίο η Αγία Σοφία μετατρέπεται και πάλι σε τζαμί, το οποίο θα είναι ανοιχτό σε όλους τους μουσουλμάνους, τους χριστιανούς και τους ξένους, όπως δήλωσε. Το «πράσινο φως» είχε δώσει νωρίτερα με απόφασή του το Συμβούλιο της Επικρατείας, το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο της Τουρκίας, ακυρώνοντας το προεδρικό διάταγμα του Κεμάλ Ατατούρκ. Η Αγία Σοφία ως τζαμί ανοίγει σήμερα τις πύλες της.
Τα σχόλια είναι κλειστά.