PWC: Στο 20% η συνεισφορά του Τουρισμού στο ΑΕΠ, στο 19% στην Απασχόληση / Ανθεκτικότητα / ΕΡΕΥΝΑ / ΔΙΑΦΑΝΕΙΕΣ

Ημερομηνία:

Ο τουρισμός στην Ελλάδα δεν είναι απλώς μια ισχυρή βιομηχανία. Είναι ο κλάδος που αγγίζει σχεδόν κάθε γωνιά της οικονομίας και της κοινωνίας. Τα στοιχεία της μελέτης της PWC «Is Greek Tourism Resilient-tourism-resilient δείχνουν ότι το 2023 η συνολική συμβολή του κλάδου στο ΑΕΠ άγγιξε το 20%, ενώ η απασχόληση που συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με τη δραστηριότητά του ξεπέρασε το 19%.

Αριθμοί που δεν αφήνουν περιθώριο για αμφιβολία: η χώρα παραμένει εξαιρετικά εξαρτημένη από τον τουρισμό και αυτό από μόνο του προσφέρει μια διπλή ανάγνωση. Από τη μία, σταθερή οικονομική ανάσα. Από την άλλη, ένα σύστημα ευάλωτο σε κάθε είδους διεθνή ή εγχώρια διαταραχή.

Η εικόνα της τελευταίας δεκαετίας είναι εντυπωσιακή. Οι αφίξεις και τα έσοδα όχι μόνο ξεπέρασαν τα προ πανδημίας επίπεδα, αλλά δημιούργησαν μια νέα κανονικότητα. Το 2024 η Ελλάδα υποδέχθηκε πάνω από 21 εκατομμύρια επισκέπτες και τα έσοδα συνέχισαν να κινούνται προς τα άνω, με την πρόβλεψη για το 2025 να δείχνει ότι η ζήτηση εξακολουθεί να αυξάνεται.

Αυτό όμως δεν αρκεί για να πούμε ότι ο κλάδος είναι «ανθεκτικός». Η ίδια η επιτυχία φέρνει συστημικές πιέσεις που συσσωρεύονται κάτω από την επιφάνεια.

Το πρώτο μεγάλο ζήτημα προκύπτει από τη συγκέντρωση της ζήτησης σε λίγες αγορές. Σύμφωνα με τη μελέτη, πέντε χώρες —Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Ιταλία και ΗΠΑ— παράγουν το 53% των αφίξεων και το 43% των εσόδων.

Σε μία εποχή γεωπολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας, αυτή η εξάρτηση λειτουργεί σαν μόνιμη απειλή. Οι ιστορικές απώλειες της περιόδου 2008-2010 και της περιόδου 2020-2021 φωτίζουν ακριβώς αυτή τη ρωγμή: τότε η Ελλάδα είδε αφαιρούμενους εκατομμύρια ταξιδιώτες από τις βασικές αγορές μέσα σε μόλις λίγα χρόνια.

Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι το Brexit, όπου η μεταβολή της οικονομικής πραγματικότητας στο Ηνωμένο Βασίλειο μετέφρασε άμεσα απώλειες για την Ελλάδα — περισσότερο από ένα εκατομμύριο ταξιδιώτες λιγότερους και σημαντική μείωση εισπράξεων.

Το δεύτερο σημείο πίεσης αφορά τη γεωγραφία του ελληνικού τουρισμού. Έξι νησιά —Κρήτη, Ρόδος, Κέρκυρα, Μύκονος, Σαντορίνη, Πάρος— δέχονται σχεδόν το 50% των αφίξεων κάθε χρόνο. Δεν πρόκειται απλώς για υπερτουρισμό, αλλά για ένα μοντέλο που λειτουργεί στα όρια των υποδομών του.

Η μελέτη φωτίζει τον δείκτη που ίσως αποτυπώνει πιο καθαρά αυτό το φαινόμενο: το 2024, στα συγκεκριμένα νησιά αναλογούσε ένας κάτοικος για κάθε 46 επισκέπτες κατά την υψηλή περίοδο. Η πίεση σε ύδρευση, ενέργεια, απορρίμματα, μεταφορές και υπηρεσίες είναι τεράστια, ενώ οι επενδυτικές ανάγκες διπλασιάζονται χρόνο με τον χρόνο. Οι υπολογισμοί δείχνουν ότι τα νησιά χρειάζονται ετήσιες επενδύσεις περίπου 3,5 δισ. ευρώ σε υποδομές για να μπορέσουν όχι να αναπτυχθούν περισσότερο, αλλά να υποστηρίξουν το ήδη υπάρχον φορτίο.

Αυτή η υπερσυγκέντρωση συνδέεται άμεσα με ένα ακόμη κρίσιμο στοιχείο: το μοντέλο των οργανωμένων πακέτων. Η μελέτη αναδεικνύει ότι το μερίδιο των packaged holidays ανεβαίνει σταθερά τα τελευταία χρόνια, φτάνοντας το 36% το 2024.

Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα στηρίζεται όλο και περισσότερο σε ένα κανάλι όπου ο tour operator έχει σημαντικό έλεγχο, τόσο στο κόστος όσο και στην κατανομή της ζήτησης. Το παράδειγμα της Thomas Cook το 2019 παραμένει μια από τις πιο χαρακτηριστικές προειδοποιήσεις: η κατάρρευση ενός μόνο παίκτη δημιούργησε δυνητικές απώλειες ενός δισεκατομμυρίου για τον ελληνικό τουρισμό και 2,5 δισ. για το σύνολο της οικονομίας.

Μπροστά σε όλα αυτά, το περιβάλλον γίνεται ακόμη πιο σύνθετο λόγω του κλιματικού παράγοντα. Η μελέτη παρουσιάζει την αλλαγή στη συμπεριφορά των Ευρωπαίων ταξιδιωτών: το 28% δηλώνει ότι αποφεύγει περιοχές με ακραίες θερμοκρασίες, ενώ η τάση προς πιο δροσερούς προορισμούς ενισχύθηκε θεαματικά. Το 2024 η ζήτηση για «ψυχρότερους» προορισμούς αυξήθηκε κατά 44%. Δεν πρόκειται για μια τάση που «σβήνει» τον μεσογειακό προορισμό, αλλά για έναν αναπροσανατολισμό που επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο οι τουρίστες επιλέγουν πότε και πού ταξιδεύουν.

Ο αντίκτυπος αποτυπώνεται αριθμητικά στα σενάρια του ΙΟΒΕ. Χωρίς επέκταση της τουριστικής περιόδου, η χώρα κινδυνεύει να χάνει έως και 2,2 δισ. ευρώ ΑΕΠ κάθε χρόνο μέσα στις επόμενες δεκαετίες. Με επέκταση, αντιθέτως, μπορεί να προσθέτει έσοδα, θέσεις εργασίας και σταθερότητα.

Η Ελλάδα έχει υψηλότατο ποσοστό ζήτησης την περίοδο Μαΐου-Σεπτεμβρίου, αλλά πολύ περιορισμένη απήχηση εκτός σεζόν, σε αντίθεση με χώρες όπως η Ισπανία ή η Ιταλία. Η μελέτη τοποθετεί την Ελλάδα δίπλα σε προορισμούς όπως η Κροατία ή η Κύπρος, όπου η χαμηλή περίοδος παραμένει ασθενής.

Το ανθρώπινο δυναμικό αποτελεί άλλο ένα σημείο που απαιτεί άμεση προσοχή. Οι υπολογισμοί δείχνουν ότι μέχρι το 2035 μπορεί να λείπουν έως και 290 χιλιάδες εργαζόμενοι από τον κλάδο — περίπου το 27% των συνολικών θέσεων. Η έλλειψη προσωπικού έχει ήδη αρχίσει να αποτυπώνεται στο προϊόν: δυσκολία κάλυψης ειδικοτήτων, εποχικότητα που αποθαρρύνει τους εργαζόμενους, μεγάλη κινητικότητα και αδυναμία προσέλκυσης νέων.

Μέσα σε αυτόν τον πυκνό χάρτη προκλήσεων, η μελέτη παρουσιάζει και το άλλο πρόσωπο του τουρισμού: τις περιοχές που μπορούν να αλλάξουν δυναμική. Το παράδειγμα της Μεσσηνίας είναι από τα πιο χαρακτηριστικά. Από το 2010 έως το 2024, οι διεθνείς αφίξεις εκτοξεύθηκαν από 35 χιλιάδες σε 226 χιλιάδες, χάρη σε στοχευμένες επενδύσεις σε ξενοδοχειακές μονάδες, αναβάθμιση των οδικών αξόνων και ενίσχυση της αεροπορικής συνδεσιμότητας. Το case αυτό δείχνει ότι η τουριστική ανάπτυξη μπορεί να «μεταφερθεί» σε νέες περιοχές όταν υπάρχουν οι κατάλληλες υποδομές και ένα συνεκτικό σχέδιο.

Ακόμη πιο χαρακτηριστικό είναι το δυναμικό του χειμερινού τουρισμού. Παρά το ότι η Ελλάδα διαθέτει μια σειρά από περιοχές με ισχυρή ταυτότητα, μόλις το 5,5% των συνολικών ταξιδιωτών επιλέγει τους βασικούς χειμερινούς προορισμούς. Η έλλειψη διεθνών συνδέσεων και οι περιορισμένες υποδομές κρατούν τις περιοχές αυτές στο περιθώριο της διεθνούς αγοράς. Η μελέτη δείχνει ότι οι επενδύσεις που προβλέπονται για τα επόμενα χρόνια παραμένουν μικρές σε σχέση με τις ανάγκες και το δυναμικό.

Το μεγάλο ερώτημα παραμένει αναπάντητο: πώς μπορεί ο ελληνικός τουρισμός να αποκτήσει πραγματική ανθεκτικότητα; Η μελέτη υπογραμμίζει ότι η απάντηση δεν βρίσκεται ούτε σε μια αλλαγή ούτε σε έναν δείκτη. Η ανθεκτικότητα προκύπτει από ένα μείγμα: από τη γεωγραφική διάχυση των επισκεπτών, από την επέκταση της περιόδου, από την αντιμετώπιση της κλιματικής πίεσης, από την ενίσχυση των υποδομών και από μια νέα σχέση με το ανθρώπινο δυναμικό. Δεν αρκεί να υπάρχει ζήτηση. Αρκεί να μπορεί το σύστημα να τη διαχειριστεί χωρίς να απειλείται κάθε φορά που αλλάζει ένα εξωτερικό δεδομένο.

Η εικόνα του ελληνικού τουρισμού είναι σήμερα πιο εντυπωσιακή από ποτέ, αλλά και πιο σύνθετη. Το στοίχημα της επόμενης δεκαετίας δεν είναι το επόμενο ρεκόρ. Είναι η ικανότητα της χώρας να χτίσει ένα μοντέλο που αντέχει — όχι μόνο όταν όλα πηγαίνουν καλά, αλλά κυρίως όταν το διεθνές περιβάλλον δοκιμάζει τα όριά του.https://money-tourism.gr/

Προηγούμενο Άρθρο
placeholder text
Επόμενο Άρθρο
placeholder text

Προϋπολογισμός 2026: Φοροελαφρύνσεις και μέτρα στήριξης 1,76...

Στις Βουλή σήμερα ο νέος προϋπολογισμός Προϋπολογισμός 2026: Φοροελαφρύνσεις και...

Ο Κυριάκος Πιερρακάκης είναι ένας από τους...

Τα υπόλοιπα ονόματα. Ο Κυριάκος Πιερρακάκης φαίνεται ότι διεκδικεί την...

Προϋπολογισμός 2026: Φοροελαφρύνσεις και μέτρα στήριξης 1,76...

Στις Βουλή σήμερα ο νέος προϋπολογισμός Προϋπολογισμός 2026: Φοροελαφρύνσεις και...

Ο Κυριάκος Πιερρακάκης είναι ένας από τους...

Τα υπόλοιπα ονόματα. Ο Κυριάκος Πιερρακάκης φαίνεται ότι διεκδικεί την...
politika-kritis-header-ad
VAVOULAS GROUP 728×90
politika-kritis-ad
CANALE 300X250
politika-kritis-ad

Subscribe

spot_imgspot_img

Popular

More like this
Related

Προϋπολογισμός 2026: Φοροελαφρύνσεις και μέτρα στήριξης 1,76 δισ. ευρώ και ανάπτυξη 2,4%

Στις Βουλή σήμερα ο νέος προϋπολογισμός Προϋπολογισμός 2026: Φοροελαφρύνσεις και...

Οδική παρέμβαση στο τμήμα από Σκαλέτα έως Κόμβο Περάματος στην ΠΕ Ρεθύμνου

Στα πλαίσια εκτέλεσης του έργου «ΒΕΛΤΙΩΣΕΙΣ-ΣΥΝΤΗΡΗΣΕΙΣ ΝΕΑΣ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΑΣ...