Κομβικός και ο ρόλος της Helleniq Energy – Σημαντικό εργαλείο στήριξης των ελληνικών θέσεων για την ΑΟΖ βλέπει η Αθήνα.
Μια νέα περίοδος φαίνεται να ανοίγει για την αξιοποίηση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στις ελληνικές θάλασσες μετά το κλείσιμο της προθεσμίας υποβολής συμμετοχών στον διεθνή διαγωνισμό για μια σειρά θαλασσοτεμάχια. Η επιβεβαίωση της συμμετοχής του αμερικανικού πετρελαϊκού κολοσσού Chevron σε κοινοπραξία με την Helleniq Energy, δημιουργεί εκ των πραγμάτων ένα διαφορετικό τοπίο.
Πιο συγκεκριμένα, η Chevron από κοινού με την Helleniq Energy διεκδικούν τα θαλασσοτεμάχια «Α2», «Νότια Πελοποννήσου», «Νότια Κρήτης 1» και «Νότια Κρήτης 2», τα οποία μάλιστα σε ποσοστό περίπου 25% εκτείνονται στην περιοχή του διαβόητου τουρκολιβυκού μνημονίου. Με την κατάθεση προσφοράς η αμερικανική εταιρεία αναγνωρίζει de facto τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας στην περιοχή και την πολιτική της μέσης γραμμής που θεσμοθετήθηκε με τον νόμο Μανιάτη ως όριο ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Λιβύης και αναιρεί στην πράξη τόσο το μνημόνιο, όσο και τη στρατηγική της «Γαλάζιας Πατρίδας».
Τα οφέλη σε αυτή τη φάση από τη κίνηση του αμερικανικού κολοσσού είναι πρωτίστως γεωπολιτικά και πολύ λιγότερο οικονομικά, αφού ξεκάθαρη εικόνα για τα εμπορικά εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα στην Κρήτη και το Ιόνιο θα έχουμε μόνο μετά τις πρώτες ερευνητικές γεωτρήσεις, θα απαιτηθούν δηλαδή κάποια χρόνια.
Το γεωπολιτικό και οικονομικό αποτύπωμα
Η γεωπολιτική αυτή διάσταση της παρουσίας της Chevron ήταν για την Αθήνα μέγα διακύβευμα στη διαδικασία του διαγωνισμού, το αποτέλεσμά του οποίου είχε ήδη διαφανεί μετά και την επίσκεψη στην Αθήνα του υπουργού Εσωτερικών των ΗΠΑ Νταγκ Μπέργκαμ με την ιδιότητα του επικεφαλής του Συμβουλίου Ενεργειακής Κυριαρχίας του Λευκού Οίκου, και καταγράφει μια σημειολογική αλλά αποφασιστική ελληνική νίκη στην “κόντρα” των θαλασσίων ζωνών με την Τουρκία. Οι σχετικές δηλώσεις του πρωθυπουργού και κορυφαίων κυβερνητικών στελεχών είναι ενδεικτικές για το κλίμα που επικρατεί από χθες στην Αθήνα.
Με την παραχώρηση των τεσσάρων νέων περιοχών έως το τέλος του έτους, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που έχει θέσει το ΥΠΕΝ, η Ελλάδα μπαίνει δυναμικά στο «ενεργειακό κλαμπ» των χωρών της Ανατολικής Μεσογείου. Τα τέσσερα οικόπεδα αθροίζουν συνολικά μια έκταση 47.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, διπλασιάζοντας την έκταση των ενεργών θαλάσσιων περιοχών προς έρευνα στην Ελλάδα (πάνω από 90.000 τ. χλμ.) και τις πιθανότητες για εντοπισμό εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων.
Οι τέσσερις περιοχές μαζί με τις δύο που έχουν παραχωρηθεί από το 2019 στην ExxonMobil δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης δημιουργούν ένα συνεχόμενο πεδίο για έρευνες υδρογονανθράκων από τις δύο μεγαλύτερες πετρελαϊκές στον κόσμο. Στο ιδανικό σενάριο, οι πρώτες γεωτρήσεις δεν θα πρέπει να αναμένονται πριν το 2030, γεγονός που καθιστά εξαιρετικά πρόωρη την όποια συζήτηση για τα δισεκατομμύρια που θα μπουν στα δημόσια ταμεία, τα πιθανά έσοδα και τα πολλαπλασιαστικά οφέλη για την ελληνική οικονομία.
Οι αντιδράσεις από τον πολιτικό κόσμο
«Είναι η καλύτερη απόδειξη του τρόπου με τον οποίο η κυβέρνησή μας αντιλαμβάνεται την αναβάθμιση της γεωπολιτικής θέσης της χώρας. Μετατρεπόμαστε σε έναν σημαντικό ενεργειακό “παίκτη” στην Ανατολική Μεσόγειο, κάτι το οποίο αναγνωρίζεται όχι μόνο από την Ε.Ε. αλλά και από τις ΗΠΑ», δήλωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. «Ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο για την αξιοποίηση του υποθαλάσσιου ενεργειακού πλούτου της πατρίδας μας. Πρόκειται για μία εξέλιξη ελπίδας και προοπτικής για τη χώρα μας. Η Ελλάδα, με εθνική αυτοπεποίθηση, βάζει γερά θεμέλια για την ενεργειακή της αυτάρκεια και αξιοποιεί τη γεωπολιτική της θέση στην Ανατολική Μεσόγειο», δήλωσε ο υπουργός Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου. Για δικαίωση της πολιτικής που εφαρμόστηκε επί θητείας του στο Υπουργείο Ενέργειας μίλησε ο ευρωβουλευτής σήνμερρα του ΠΑΣΟΚ, Γιάννης Μανιάτης κάνοντας αναφορά στον Ν.4001/2011 για την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων.
Ο οδικός χάρτης από εδώ και πέρα
Επιτακτική είναι η ανάγκη για επίσπευση των διαδικασιών, προκειμένου ως τα τέλη του 2025 το σχήμα να έχει αναδειχθεί οριστικός παραχωρησιούχος.
Σήμερα κιόλας, Πέμπτη, συνέρχεται η Επιτροπή Αξιολόγησης της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων (ΕΔΕΥΕΠ), η οποία θα ανοίξει τους φακέλους της προσφοράς. Πρώτα αξιολογείται η τεχνική αρτιότητα και μετά αποσφραγίζεται ο οικονομικός φάκελος. Εκτιμάται ότι η αξιολόγηση θα χρειαστεί κάποιο διάστημα. Εν συνεχεία η ΕΔΕΥΕΠ προχωρά στη σχετική εισήγηση προς το ΥΠΕΝ.
Μετά την αποδοχή της εισήγησης από το ΥΠΕΝ προχωρά η σύνταξη της σύμβασης μίσθωσης, μετά από διαπραγμάτευση φυσικά με τον παραχωρησιούχο, η οποία στη συνέχεια θα συνυπογραφεί. Έπεται έγκριση της σύμβασης παραχώρησης από το Ελεγκτικό Συνέδριο και ψήφισή της από τη Βουλή. Αν όλα πάνε καλά και τρέξουν γρήγορα, κάπου στα τέλη του έτους θα έχει ολοκληρωθεί και αυτό το βήμα. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, θα έχουμε και επίσημα οριστικό παραχωρησιούχο.
Ακολουθεί το στάδιο των ερευνών που διεξάγεται σε τρεις φάσεις και διαρκεί συνήθως περί τα επτά χρόνια. Αν καταστεί εφικτό να συμπτυχθούν χρόνοι και διαδικασίες, δηλαδή να μειωθεί η διάρκεια της πρώτης όσο και της δεύτερης φάσης, τότε καλώς εχόντων των πραγμάτων, μπορεί να δούμε σε ερευνητικές γεωτρήσεις γύρω στο 2030.
ΠΗΓΗ: ΠΑΤΡΙΣ