Αγαπητοί σύντροφοι, κρατούμενοι στο Θανατονήσι, που επιζήσατε, γυναίκες κι αδέρφια, απόγονοι των αλύγιστων της ταξικής πάλης, η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ σας καλωσορίζει σ’ αυτόν τον τόπο, τον δύστοπο, τον δύσκολο ακόμα και να φτάσεις εδώ.
Τον τόπο που επέλεξε η αστική τάξη της χώρας μας, την περίοδο της ένοπλης ταξικής αναμέτρησης 1946 – 1949 και μετά, στις άλλες δύο περίοδες λειτουργίας αυτής της φυλακής ως και το 1974, για να τσακίσει, όπως ήλπιζε, πρωτοπόρους αγωνιστές, τους κομμουνιστές πριν απ’ όλους.
Να τους τσακίσει το κορμί και την ψυχή. Μα όσο κι αν άλεσε τα κόκαλά τους, δεν τα κατάφερε. Μάρτυρες όλοι όσοι επέζησαν, πολλοί είναι σήμερα μαζί μας εδώ.
Σκύβουμε ευλαβικά σ’ αυτόν τον τόπο του μαρτυρίου. Στοχαζόμαστε, φέρνουμε στο νου, έναν προς έναν τους αλύγιστους της ταξικής πάλης. Ορκιζόμαστε, να τραβάμε διαρκώς μπροστά, να χαράζουμε βήμα το βήμα, τον ίδιο δρόμο που εκείνοι βάδισαν. Ορθοστατούντες και ορθοβαδίζοντες.
Για να χαράξει η μέρα που θα είναι παρελθόν το σύστημα της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Για να ‘ναι ολάνοιχτος ο δρόμος της οικοδόμησης μιας άλλης κοινωνίας, ο σοσιαλισμός – κομμουνισμός.
Δε ξεχνάμε τίποτα, δε συγχωρούμε τίποτα. Τα φωτεινότερα μυαλά του τόπου μας, τα πρώτα παλικάρια της τάξης μας, έφτυσαν το γάλα της μάνας τους σ’ αυτόν τον βράχο.
Αιώνια η καταισχύνη για τους βασανιστές, για την αστική τάξη, τα συμφέροντα της οποίας υπηρέτησαν.
Είμαστε εδώ, για να ακουμπήσουμε στον ίδιο τοίχο που ακουμπήσανε και οι σύντροφοί μας.
Είμαστε εδώ, αντλώντας δύναμη για τις μάχες που είναι μπροστά. Σπουδάζουμε, εδώ, στον τόπο του μαρτυρίου, το μάθημα της ανειρήνευτης, της ανυποχώρητης πάλης.
Αυτές, οι είκοσι μία ρωγμές στο μνημείο, όσα και τα χρόνια λειτουργίας της φυλακής, μας δείχνουν το δρόμο.
Όσο ισχυρός και να ‘ναι ο αντίπαλος. Όσο βάναυσος. Εμείς θα νικήσουμε. Εμείς θα ανοίγουμε κάθε μέρα, κάθε ώρα, και μια καινούργια ρωγμή σ’ αυτό το σάπιο σύστημα, ώσπου να καταρρεύσει μέσα από τις ίδιες τις αντιφάσεις του, κάτω από τα σφοδρά χτυπήματα της επαναστατημένης εργατικής τάξης και των συμμάχων της.
Γι’ αυτό είμαστε εδώ. Να βεβαιώσουμε τους συντρόφους που χάθηκαν σε άνιση μάχη κι αγώνα, πως όχι μόνο τίποτα δεν πάει χαμένο μα και πως ακριβώς η θυσία τους είναι το λίπασμα στους αγώνες που έρχονται.
Το ΚΚΕ, στην ήδη εκατόχρονη πορεία του, η αστική τάξη δεν το έβαλε στο χέρι. Το ΚΚΕ στέκει και σήμερα καρφί στο μάτι τους. Το ΚΚΕ σαλπίζει αντίσταση, οργάνωση, ανατροπή.
Ειδικά σήμερα, που νέα τύμπανα πολέμου ηχούν στη γειτονιά μας. Που το Αιγαίο, η Μεσόγειος, αντί για θάλασσες ειρήνης γίνονται όλο και περισσότερο πεδίο ανταγωνισμών. Που οι «σύμμαχοι» δίνουν το πράσινο φως για νέα επέμβαση στην ήδη ματωμένη Συρία.
Που η χώρα μας μετατρέπεται, απ’ άκρη σ’ άκρη, σε μια απέραντη αμερικάνικη βάση. Και όλα τα Βαλκάνια πεδίο σκληρού ανταγωνισμού.
Σήμερα, αντλώντας πείρα από τη σφοδρότητα της ως τα τώρα εξέλιξης της ταξικής αναμέτρησης, οργανώνουμε τα βήματα της εργατικής τάξης, ώστε να γίνει ικανότερη στην αντιμετώπιση του αντίπαλου.
Δεν ζούμε σε μια χρυσή εποχή για το εργατικό κίνημα. Η ανεργία τσακίζει κόκαλα, η ανάκαμψη των καπιταλιστικών κερδών οδηγεί σε πιο βαθιά εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης. Κι εκεί που υπάρχει ένα μεροκάματο, που υπάρχει ένας μισθός, η εργατική οικογένεια τα φέρνει γύρα όλο και πιο δύσκολα.
Κι όμως, υπάρχει φως! Κι όμως, σ’ αυτούς τους σκοτεινούς καιρούς υπάρχουν αντιστάσεις. Με την ακούραστη δουλειά των Κου Κου Έδων, με την πλάτη που αργά, αλλά σταθερά, βάζουν κι άλλοι αγωνιστές, η ταξική αναμέτρηση παίρνει και πάλι χαρακτηριστικά τέτοια που αποπνέουν αισιοδοξία για την έκβαση των αγώνων που έχουμε μπροστά.
Δεν πετάμε στα σύννεφα. Μικρές είναι ακόμα οι εστίες της αντίστασης. Έχουμε όμως γεμάτες τις φαρέτρες από την πείρα τόσων χρόνων. Γίνεται όπλο στο σήμερα η δυνατή φωνή εκείνων των συντρόφων, οι οποίοι ακόμα και την ώρα του μαρτυρίου τους απαντούσαν στους βασανιστές: «ζήτω το ΚΚΕ».
Γίνεται όπλο η γνώση πως ο αντίπαλος δεν διστάζει να φτάσει ως την φυσική εξόντωση του αγωνιστή, όταν στη δράση του βλέπει κίνδυνο για την εξουσία και τα κέρδη του.
Και γίνεται όπλο αυτή η γνώση, γιατί μας διδάσκει το ανειρήνευτο της πάλης, πως δεν ξεμπερδεύεις με τέτοιο αντίπαλο γλύφοντας τα κόκαλα που πετά απ’ το τραπέζι. Πως ή θα την πας την πάλη σου ως το τέρμα ή εδώ θα μας γονατίζουν διαρκώς. Και τέτοια απόφαση έχουμε πάρει.
Ο γιορτασμός των 100 χρόνων του Κόμματός μας ήταν μια διακήρυξη σ’ όλους τους τόνους: Δεν δουλώνουμε, δεν υπογράφουμε, τραβάμε μπροστά!
Και είμαστε οι μόνοι που μπορούμε να τραβήξουμε μπροστά, γιατί μόνο οι ιδέες της κοινωνικής απελευθέρωσης είναι το μέλλον.
Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει πάρει την αντιλαϊκή σκυτάλη από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και σπρώχνει τη ζωή της εργατικής τάξης ακόμα πιο βαθιά στο λάκκο της εκμετάλλευσης. Αυτή είναι η βία για την οποία δε μιλάνε την ώρα που ορκίζονται στη δημοκρατία.
Την είδαμε την αντίδρασή τους όταν κόκκινη μπογιά έβαψε το άγαλμα του μακελάρη Τρούμαν. Πάνοπλοι όρμησαν να χτυπήσουν τη διαδήλωση.
Δεν ξεχνάμε, δεν συγχωρούμε. Ανειρήνευτη είναι αυτή πάλη. Ήταν ανειρήνευτη και τότε που σφύραγε στον αέρα το μαστίγιό τους. Είναι ανειρήνευτη και σήμερα που σφάζουν με το γάντι.
Είδαμε τις “φιλοφρονήσεις” τους τις προηγούμενες μέρες. Οι απόγονοι του Πλυτζανόπουλου ξεσπάθωσαν ενάντια σε νέους αγωνιστές. Δεν μπορούν να χωνέψουν πως όσα αναμορφωτήρια κι αν έστησαν, η φλόγα μένει δυνατή.
Δεν μπορούν να χωνέψουν πως εμείς διαβάζοντας την ιστορία του κόσμου σε υγρές φυλακές αντλούμε δύναμη για τη νέα έφοδο στον ουρανό.
Δεν θέλουν να χωνέψουν ότι οι βασανισμένοι του χτες γίνονται κήρυκες στα παιδιά του σήμερα, για ένα μέλλον φωτεινό, για ένα μέλλον χωρίς εκμετάλλευση.
Αυτοί που έχουν κουρελιάσει κάθε έννοια δημοκρατίας στους χώρους δουλειάς, μας κουνάνε το δάχτυλο τάχα γιατί είναι αντιδημοκρατική πράξη το γκρέμισμα του Τρούμαν.
Είναι αντιδημοκρατική πράξη να θέλουν οι εργάτες δικά τους τα συνδικάτα;
Είναι αντιδημοκρατική πράξη να θέλουν οι αγρότες δικό τους τον καρπό της γης που σπέρνουν και θερίζουν;
Την “μη μου άπτου” δημοκρατία των σαλονιών, η εργατική τάξη την έχει ήδη πληρώσει ακριβά με ποταμούς αίματος και αρνείται στο όνομα αυτής της δημοκρατίας να στείλει τα παιδιά της φαντάρους στα σφαγεία του ιμπεριαλισμού.
Η δημοκρατία, κύριοι, ή θα είναι το κράτος των πολλών, αυτών που παράγουν όλον τον πλούτο και γι’ αυτό θα είναι δικτατορία σε βάρος των λίγων, της αστικής τάξης, ή θα είναι το κράτος που σφάζει καθημερινά, ως δήθεν υπερταξικό, αυτούς που παράγουν όλον τον πλούτο.
Να ένα από τα διδάγματα της ανειρήνευτης πάλης στις εξορίες και τις φυλακές: Όποτε κινδύνεψαν τα κέρδη τους έστησαν στρατοδικεία και εκτελεστικά αποσπάσματα.
Ακριβώς απέναντι στέκει ένα άλλο δίδαγμα: Η μεγάλη σημασία που έχει η ολόπλευρη αφοσίωση στους σκοπούς της ταξικής πάλης, του αγώνα για τη λαϊκή ευημερία, για το δικαίωμα του κάθε λαού να διαφεντεύει στον τόπο του, να επιλέγει το δρόμο της κοινωνικής εξέλιξης.
Η Γυάρος, όπως και η Μακρόνησος και οι άλλοι τόποι εξορίας και φυλακής, διδάσκουν τη σημασία και την αξία του ηρωισμού σε δύσκολες και αντίξοες συνθήκες, που απαιτούν την υπέρβαση και την αγνόηση του ίδιου του φόβου του θανάτου.
Διδάσκουν σε ποιο έδαφος καλλιεργείται η αξία της ατομικής αξιοπρέπειας, της αγωνιστικής αξιοπρέπειας.
Όμως, μια τέτοια ανώτερης μορφής συνειδητή στάση καλλιεργείται μαζικά σε κάποιες ιδιαίτερες στιγμές έξαρσης, προετοιμάζεται όμως στον έναν ή τον άλλο βαθμό και μέσα από τον ηρωισμό που απαιτεί η καθημερινότητα του αγώνα, όταν μάλιστα οι εξελίξεις είναι ή φαίνονται ότι είναι αργόσυρτες…
Δεν ξεχνάμε, λοιπόν, γιατί λαός χωρίς μνήμη, λαός χωρίς μέλλον.
Η ιστορία που διδάσκονται σήμερα τα παιδιά στην τρίτη γυμνασίου, δηλαδή στην τελευταία τάξη της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, σταματά στο 1870, στον Τρικούπη. Δηλαδή εκατόν πενήντα χρόνια εγκληματικής δράσης του καπιταλισμού – ιμπεριαλισμού, διαγράφονται από τη συλλογική μνήμη.
Αντιστεκόμαστε σ’ αυτή τη «λήθη». Είναι αντιδραστικός στόχος.
Η ιστορία της κοινωνίας των ανθρώπων είναι η ιστορία της ταξικής πάλης. Αυτήν θέλουν να κρύψουν. Αυτήν θέλουμε να προβάλουμε διαρκώς. Κόντρα στη μοιρολατρία, την απογοήτευση, την υποταγή, προβάλουμε τους αλύγιστους. Γιατί ακριβώς το αίμα των ηρώων δίνει την καλύτερη σοδειά.
Φίλες και Φίλοι
Συντρόφισσες και Σύντροφοι
Η Γυάρος δεν ξεπήδησε απ το πουθενά.
Ο εμφύλιος πόλεμος δεν περιορίστηκε μόνο στις πολεμικές συγκρούσεις. Το κράτος, ως μηχανισμός καταστολής, προσάρμοσε όλες του τις λειτουργίες, με τέτοιο τρόπο, ώστε να συντρίψει στρατιωτικά, πολιτικά και ιδεολογικά τις αγωνιζόμενες λαϊκές δυνάμεις.
Χιλιάδες αγωνιστές του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ παραπέμφθηκαν, δικάστηκαν και καταδικάστηκαν από τα κακουργιοδικεία για «εγκλήματα» που διέπραξαν κατά το διάστημα 1941-1945.
Μέχρι το καλοκαίρι του 1945 είχαν στηθεί ανά την επικράτεια 45 νέα κακουργιοδικεία, χωρίς να έχει καν προηγηθεί η διοικητική εκκαθάριση του δικαστικού σώματος από τα στοιχεία εκείνα που κατά τη διάρκεια της Κατοχής η δράση τους θεωρήθηκε ύποπτη για συνεργασία με τον εχθρό. Είναι επίσης χαρακτηριστικό πως η λειτουργία τους άρχισε πολύ πιο γρήγορα από αυτήν των Ειδικών Δικαστηρίων Δωσίλογων.
Το χτίσιμο αυτής της φυλακής ήταν ανάγκη της αστικής τάξης για να στεριώσει την εξουσία της, τότε, το 1947, που ο αγώνας του ΔΣΕ είχε ήδη μπει σε νέα, αναβαθμισμένη φάση και ήταν φανερό ότι η ταξική σύγκρουση θα έφτανε μέχρις εσχάτων.
Ήταν η ώρα της «εθνικής συνεννόησης» για την αποφασιστική καταστολή. Η «επτακέφαλη», όπως, έμεινε στην ιστορία να λέγεται, αστική κυβέρνηση εκείνης της εποχής, ανέλαβε αμέσως το έργο για το οποίο κυρίως προοριζόταν.
Όξυνε την τρομοκρατία με διώξεις, συλλήψεις, έρευνες στα σπίτια κ.ά.
Στις 4 Μάρτη 1947, 571 στελέχη του ΚΚΕ και του ΕΑΜ συνελήφθησαν.
Στις 20 Μάρτη 1947 δολοφονήθηκε στη Θεσσαλονίκη ο Γιάννης Ζέβγος – Ταλαγάνης, αναπληρωματικό μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ.
Ακολουθεί ένα όργιο δολοφονιών, συλλήψεων, καταδικών.
Τη νύχτα της 9ης προς 10 Ιούλη 1947 εξαπολύθηκε τεράστιο πογκρόμ κατά του ΚΚΕ και του ΕΑΜ στην Αθήνα και στον Πειραιά. Συνελήφθησαν αιφνιδιαστικά στα σπίτια τους 2.613 μέλη και στελέχη και στάλθηκαν στους τόπους εξορίας.
Μέσα σε λίγες μέρες οι εξόριστοι από την Αθήνα και τον Πειραιά ξεπέρασαν τους 7.000 και από την επαρχία τους 8.000.
Τη νύχτα της 9ης προς 10 Ιούλη 1947 συνελήφθησαν στη Θεσσαλονίκη 875 άτομα.
Με ποιο «δίκαιο» δικάστηκαν; Να η απάντηση όπως δόθηκε στις 28 Αυγούστου 1947 στο Έκτακτο Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης στη δίκη της Στενής Αυτοάμυνας, από τον Ανδρέα Παπαγεωργίου (Τάκης) που στην απολογία του ο ανέφερε και τα ακόλουθα:
«Τα ερωτήματα που βγαίνουν από μόνα τους από τη σημερινή δίκη είναι δύο:
1ον Με ποια δικαιοσύνη δικαζόμαστε και 2ον ποιες είναι οι αιτίες που μας ανάγκασαν να κατέβουμε στον αγώνα με αυτά τα μέσα.
Από τότε που η κοινωνία χωρίστηκε σε τάξεις έχουμε σύγκρουση των συμφερόντων της κυρίαρχης τάξης, που αποτελεί τη μειοψηφία, και της άλλης που καταπιέζεται. Όλα αυτά ήταν φυσικό να δημιουργήσουν δύο δίκαια με διαφορετικήν έννοιαν:
1) Το δίκιο της κυρίαρχης τάξης, που είναι αμφισβητήσιμο αν είναι δίκιο η αρπαγή του ιδρώτα του λαού,
και 2) το δίκιο του λαού που αγωνίζεται να γίνει νοικοκύρης στο σπίτι του…».
Δε θα ήταν υπερβολή αν χαρακτηριστεί η Ελλάδα του ένοπλου ταξικού αγώνα ως ένα κράτος απέραντη φυλακή. Δεκάδες φυλακές και τόποι εξορίας λειτούργησαν σε όλη την επικράτεια, με κρατούμενους κομμουνιστές και άλλους αγωνιστές της ΕΑΜικής Αντίστασης.
Στα τέλη του 1946 με αρχές του 1947 καταμετρώνται σε όλη τη χώρα 49 φυλακές, με συνολικό αριθμό κρατούμενων 11.244 άτομα, καθώς και 35 τόποι εξορίας που λειτούργησαν σε πολλά από τα νησιά της, που αριθμούσαν 5.809 εξόριστους (4.816 άντρες, 853 γυναίκες και 140 παιδιά).
Στα προηγούμενα πρέπει να προστεθούν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης αιχμαλώτων που χρησιμοποίησε ο αστικός στρατός, καθώς και τα κρατητήρια και τμήματα που χρησιμοποίησαν η χωροφυλακή και η Ασφάλεια, στα οποία κρατήθηκαν και ανακρίθηκαν χιλιάδες πολιτικοί κρατούμενοι.
Υπήρξαν επίσης 21 νοσοκομεία στα οποία κρατούνταν ασθενείς αγωνιστές, όπως το «Σωτηρία» και το «Άγιος Παύλος».
Ακόμα αναφέρονται τουλάχιστον 5 κρατητήρια «παρακρατικών» συμμοριών, όπως οι στάβλοι του Μπαντουβά στο Ηράκλειο Κρήτης και τα κρατητήρια της ΕΑΟΚ στις Κροκεές Λακωνίας.
Το πλέον συμβολικό στρατόπεδο αποτέλεσε η Μακρόνησος, όπου οι μηχανισμοί καταστολής τελειοποιήθηκαν, η βία συστηματοποιήθηκε και οι πολιτικά διωκόμενοι γνώρισαν τη μεγαλύτερη αναμέτρησή τους με τον ταξικό αντίπαλο. Από κοντά και η Γιούρα.
Επιδιώχτηκε, τότε, το ηθικό τσάκισμα των κομμουνιστών και άλλων αγωνιστών μέσα από την υπογραφή δηλώσεων αποκήρυξης του ΚΚΕ και της ιδεολογίας του, ώστε αυτό να λειτουργήσει αρνητικά στο ηθικό του λαού.
Στις αρχές του 1947 μεταφέρθηκε στη Γυάρο (ή Γιούρα) το δεύτερο τάγμα σκαπανέων από τον Άγιο Νικόλαο της Κρήτης. Αποτελούνταν από «ανεπιθύμητους» στρατιώτες, αξιωματικούς και υπαξιωματικούς και παρέμεινε στη Γυάρο μέχρι τις 21 Ιούλη 1947, όποτε μεταφέρθηκε στη Μακρόνησο.
Στις 11 Ιούλη 1947 έφτασε στη Γυάρο η πρώτη αποστολή πολιτικών κρατούμενων, αποτελούμενη από 551 κρατούμενους των φυλακών Καλαμάτας.
Το κάτεργο της Γυάρου οργάνωσε πάνω σε «νέες μεθόδους» ο αρχηγός της Αγγλικής Αστυνομικής Αποστολής στην Ελλάδα Γουίκαμ (ο οποίος αποκαλούνταν και Κουλοχέρης, επειδή είχε ένα μόνο χέρι), μαζί με τον τότε αρχηγό της ελληνικής αστυνομίας Αθανάσιο Σαμπάνη.
Για την κατασκευή του κτηρίου της Γυάρου διατέθηκαν τεράστια για την εποχή, ποσά, ενώ δεν έλειψαν και οι καταχρήσεις.
Στα χρόνια λειτουργίας της Γυάρου αποκόμισαν μεγάλα κέρδη μια σειρά κυκλώματα που συνδέονταν με τη διοίκηση και το εμπόριο (τρόφιμα, τσιγάρα κλπ.).
Οι εξόριστοι που πέρασαν από τη Γυάρο, στην πρώτη περίοδο λειτουργίας της, ανέρχονταν σε 18.000. Συνολικά, μαζί με τις άλλες δύο περίοδες λειτουργίας της ως το 1974 ξεπέρασαν τις 25.000.
Προκειμένου να αποσπάσουν από τους κρατούμενους δηλώσεις αποκήρυξης του ΚΚΕ, ασκήθηκε εξοντωτική σωματική και ψυχολογική βία, που έπαιρνε τη μορφή οργανωμένων βασανιστηρίων και αγγαρειών.
Υπό την παρουσία του «πάτερ Προκόπιου», το μαρτύριο του κουβαλήματος της πέτρας, της δίψας και τα μεσαιωνικά βασανιστήρια στη γνωστή «συκιά του Γλάστρα» και στα διάφορα απομονωτήρια του νησιού, χαράχτηκαν για πάντα στη μνήμη και στο σώμα των εξόριστων της Γυάρου.
Από τα χαρακτηριστικά της κτηνωδίας στη Γυάρο ήταν τα βασανιστήρια στα πειθαρχεία και αλλού.
Σε διάστημα τριών ετών (1947-1950) στα πειθαρχεία βασανίστηκαν περίπου 1.300 κρατούμενοι. Σε χώρους μικρών διαστάσεων στριμώχνονταν 15-20 ή και παραπάνω «για να τους σακατέψουν δεκάδες σκορπιοί, η αφόρητη ζέστη ή η χειμωνιάτικη παγωνιά (χωρίς κουβέρτες) (…) Στην αρχή οι κρατούμενοι ονόμασαν αυτό το πειθαρχείο ΓΟΛΓΟΘΑ! Δε σε στέλνανε εκεί για τιμωρία. Σε στέλνανε για ΘΑΝΑΤΟ. Κι είναι ζήτημα καθαρά ψυχικής αντοχής των αγωνιστών πως άντεχαν, κι έβγαιναν απ’ αυτόν τον τάφο».
Στη «Συκιά» κρεμούσαν τους κρατούμενους «απ’ τους αγκώνες νύχτες ολόκληρες και το πρωί δερνόταν εκεί πάνω το παραλυμένο κορμί.»
Στις αρχές του 1948 ιδρύθηκε ο Ε΄ Όρμος που οι κρατούμενοι ονόμασαν «όρμο τάφο» και «όρμο τρόμου».
Εκεί χρησιμοποιούνταν ως πειθαρχείο μια σπηλιά διαστάσεων 1,5×1 μέτρο που στρίμωχναν εκεί 5-6 κρατούμενους, αφού πρώτα την πλημμύριζαν με νερό.
Χαρακτηριστική είναι η παρακάτω περιγραφή:
«Κτηνωδία. Φρίκη. Μπορούμε να πούμε πως η τρομοκρατία είναι «ανοργάνωτη» ακόμα. Λείπει ένα πρόγραμμα μελετημένης εξόντωσης. Γι’ αυτό το βασικό είναι το απροσχημάτιστο, συνεχές, τρομερό ξύλο, σε κάθε στιγμή. Η άμεση κτηνώδης βία. Η πολιτική του ‘όποιον πάρει ο χάρος’ ή του ‘δεν σας έχουμε μετρημένους’».
Όλη αυτή η ταχτική εκφράζεται στα λόγια του βασανιστή Παπαδημητρόπουλου: «Θα φτάνει η καρδιά σας στους 3 παλμούς. Τότε θα σας στέλνω στη Σύρα όχι για να θεραπευθείτε, αλλά για να πεθάνετε στο δρόμο» (από το βιβλίο Γιούρα, εκδ. Νέα Ελλάδα, 1952).
Στις 8 Ιούλη 1948 έφτασαν από τη Μακρόνησο 33 φαντάροι. Χώρισαν τους 27, τους βασάνισαν στο Μεταγωγών Γιούρας και μετά τους έστειλαν στον Ε΄ Όρμο.
Δάρθηκαν με τη σειρά από τους φύλακες Κομνηνό, Ασημάκη, Τσατάλα, Παπαγιάννη, Στράτο, Στουραΐτη και μετά από λίγη ώρα τους έβαλαν να κουβαλάνε πέτρα. Τους βασάνισαν άγρια πολλές μέρες.
Στο βιβλίο Γιούρα περιλαμβάνεται ονομαστικός κατάλογος 778 φυματικών τη Γυάρου «κλινικώς και ακτινοσκοπικώς διαπιστωθέντων», καθώς και κατάλογος 740 κρατούμενων που πέρασαν από πειθαρχείο.
Επίσης, κατάλογος «αντιδηλώσεων» 477 ατόμων.
Μια από αυτές, του Μπαχάρη Παναγιώτη του Ιωάννου, έλεγε: «Δηλώ ότι αποκηρύσσω την από 2/12/48 υπογραφείσαν, παρά την θέλησίν μου, δήλωση, κάτω από τα απάνθρωπα, τα πιο φριχτά, απαίσια βασανιστήρια της πειθαρχικής ομάδος και του αρχιδήμιου φύλακα Στράτου Κοζομπολίδη.
Δηλώ δε ότι δεν έπαψα ούτε στιγμή να εμφορούμαι από τα κομμουνιστικά ιδεώδη μου και ότι ήμουν, είμαι και θα είμαι κομμουνιστής και θα αγωνιστώ πλάι στο τιμημένο κόμμα μου μέχρι την τελική νίκη του, που θα ‘ναι νίκη ολόκληρου του ελληνικού λαού».
Οι παράνομοι πυρήνες του ΚΚΕ λειτούργησαν αποτελεσματικά ανάμεσα στους εξόριστους και στο νησί της Γυάρου. Ήδη από τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του στρατοπέδου εμφανίζονται οι πρώτοι παράνομοι πυρήνες του ΚΚΕ στον Α΄ Όρμο και οι πρώτες κομματικές εντολές και κατευθύνσεις.
Στόχοι των κομματικών πυρήνων υπήρξαν: Η μαζική αντιμετώπιση της βίας και των μέτρων που λαμβάνονταν από τον ταξικό αντίπαλο, ο συντονισμός της εσωτερικής ζωής και η κατατόπιση και ενημέρωση των εξόριστων για τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα, αλλά και διεθνώς.
Στη Γυάρο, κάτω από την καθοδήγηση του ΚΚΕ, η αντίσταση των εξόριστων στη βία υπήρξε σθεναρή. Αποκορύφωμά της ήταν η μαζική διαδήλωση για το θάνατο του αγωνιστή Κώστα Συρινιώτη, κατά την οποία 6.000 περίπου εξόριστοι συνόδευσαν το νεκρό με συνθήματα όπως «Αθάνατος» και «Τιμημένο ΚΚΕ».
Μια σημαντική πτυχή της ζωής στις φυλακές και στις εξορίες και εδώ στη Γυάρο, υπήρξε η επιμορφωτική και ενημερωτική προσπάθεια που έκαναν οι πολιτικοί κρατούμενοι.
Η ενημερωτική δουλειά γινόταν μέσα από ένα δίκτυο επαφών που οι κομματικοί πυρήνες διατηρούσαν με μεγάλο κόπο και ρίσκο, μέσα και έξω από το χώρο κράτησής τους. Σε αυτό το δίκτυο συμμετείχαν οικογενειακά πρόσωπα των εξόριστων και κρατούμενων, παράνομοι κομματικοί μηχανισμοί που δρούσαν έξω από τη φυλακή και τον τόπο εξορίας, αλλά ακόμα και προσωπικό της φυλακής ή του στρατοπέδου εξορίας, που βοηθούσε τους εγκλείστους είτε αφιλοκερδώς είτε με κάποιο αντίτιμο.
Μέσω του δικτύου αυτού οι εξόριστοι και κρατούμενοι λάμβαναν εφημερίδες, περιοδικά, νέα από το ραδιοφωνικό σταθμό της «Ελεύθερης Ελλάδας», ακόμα και κομματικά έγγραφα που τους αφορούσαν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός ότι οι πολιτικοί κρατούμενοι και εξόριστοι του 1949, όχι μόνο γνώριζαν για τις επιχειρήσεις του Δημοκρατικού Στρατού, αλλά πανηγύρισαν και τη νίκη του Κόκκινου Στρατού της Κίνας έναντι του Τσιάνγκ Κάι Σεκ.
Θα χρειάζονταν αμέτρητες σελίδες ακόμα και μόνο για να αναφέρουμε επιγραμματικά τα γεγονότα που ξετυλίχτηκαν σ’ αυτό το Θανατονήσι στις τρεις περιόδους λειτουργίας του ως φυλακή.
Στην ειδική έκδοση για τη Γυάρο που κυκλοφόρησε αυτές τις μέρες η Σύγχρονη Εποχή, με αφορμή τα αποκαλυπτήρια αυτού του μνημείου, ο αναγνώστης θα βρει αρκετά ενδιαφέροντα στοιχεία.
Φίλες και Φίλοι
Συντρόφισσες και σύντροφοι
Βρισκόμαστε σήμερα εδώ επισημαίνοντας μέσα και από τον συμβολισμό που περιέχει αυτό το μνημείο, την δυνατότητα να συνεχίσουν να δημιουργούνται Ρωγμές σ’ αυτό το σύστημα μέχρι την οριστική ανατροπή του. Είναι ανάγκη των καιρών.
Η αστική τάξη προσπαθεί να εμφανίσει ως μονόδρομο την καπιταλιστική εκμετάλλευση, με τον αέρα που έδωσε στα πανιά της η επικράτηση της αντεπανάστασης.
Κι έχει σημαιοφόρους σ’ αυτή της την προσπάθεια πολλούς από εκείνους που εξαργυρώνοντας το κάποιο πέρασμά τους κάποτε, από τις γραμμές του επαναστατικού κινήματος, τα δίπλωσαν κι έκαναν αυτό ακριβώς που δεν έκαναν οι αλύγιστοι της ταξικής πάλης: Άρπαξαν την ευκαιρία να χωθούν κάτω απ’ το τραπέζι των αστών, να γευτούν κι αυτοί κάτι απ’ τα κόκαλα, ορισμένοι να χτίσουν και καριέρες.
Όταν λέμε πως η πάλη για την ανατροπή αυτού του σάπιου συστήματος δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική δίχως να είναι διαρκής και η πάλη με τον οπορτουνισμό, σ’ αυτό αναφερόμαστε. Σ’ αυτή τη γάγγραινα που γεννιέται μέσα στο επαναστατικό κίνημα, μεταφέρει μέσα στο εργατικό κίνημα τις ιδέες και τις αξίες της αστικής τάξης, ώστε να αποκτά το επαναστατικό κίνημα ένα διακοσμητικό ρόλο, να δίνει άλλοθι στους καπιταλιστές να συνεχίζουν την εκμετάλλευση, αλλά με “ανθρώπινο πρόσωπο”.
Κορυφαίες στιγμές της δράσης του οπορτουνισμού έζησε στο πετσί της η εργατική τάξη στα χρόνια που πέρασαν, όταν ξεφτυλίζονταν το ένα μετά το άλλο τα κόμματα της αστικής τάξης κι εμφανίστηκαν τότε οι σωτήρες της “πρώτης φοράς αριστερά” να νομιμοποιήσουν τα μνημόνια, να εδραιώσουν την εκμετάλλευση, να στείλουν πίσω στο σπίτι πολλούς απ’ όσους είχαν αρχίσει να βγαίνουν στο δρόμο, και εν τέλει να γίνουν οι καλύτεροι κήρυκες των συμφερόντων του ιμπεριαλισμού, παρουσιάζοντάς το όλο αυτό σαν “αριστερά” που έχει αφήσει πίσω της την “σκουριά”, όπως έλεγε άλλοτε ένας από τους πρωταγωνιστές της επιχείρησης “διάλυση του ΚΚΕ” στο μακρινό 1991.
Τούτες εδώ οι ανεξίτηλες στο χρόνο ρωγμές στο μνημείο, έρχονται να δηλώσουν ποιος έχει το δίκιο και ποιος το άδικο.
Έρχονται να μας πουν για την αξία του να αγωνίζεσαι όταν όλα μοιάζουν μαύρα, να στέκεσαι ορθός, να συντρίβεις εν τέλει τον δυνάστη σου.
Αυτή είναι η παρακαταθήκη που μας άφησαν οι σύντροφοι που “έφυγαν”, οι σύντροφοι που συνέχισαν για να παραδώσουν τη σκυτάλη στους νεώτερους αγωνιστές, ώστε να γίνουν κι αυτοί «απόστολοι υψηλών ιδανικών και οραμάτων για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης από τη μισθωτή σκλαβιά και τη στυγνή καπιταλιστική εκμετάλλευση, ενάντια σε κάθε ντόπιο και ξένο δυνάστη».
Αυτών των αξιών και ιδανικών που φωτοβολούν πάνω στα ερείπια που συσσωρεύουν η οικονομική καπιταλιστική κρίση, η κρίση και φθορά των αστικών αξιών.
Να ποιος είναι ο ρόλος μας σήμερα: Γερό ΚΚΕ που να μπορεί να εκπληρώσει την ιστορική του αποστολή, που θα αντέχει και θα συνεχίσει να δρα με την ίδια αταλάντευτη πίστη για το νομοτελειακό, το αναπόφευκτο πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό – κομμουνισμό.
Και από δω, από την Γυάρο, επαναλαμβάνουμε ότι “η πραγματική ελευθερία του κάθε αγωνιστή, του κομμουνιστή, είναι ότι αγωνίζεται να ανατρέψει την ταξική σκλαβιά κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Από δω απορρέει και η δύναμη της αντοχής των κομμουνιστών.
Δύναμη που αναδεικνύει τις αξίες του αγώνα, της ανιδιοτέλειας στην καθημερινή κοινωνική προσφορά μας, με μοναδικό αντάλλαγμα τη δικαίωση για την εκπλήρωση του καθήκοντός μας, για να λυθούν προβλήματα του λαού μας, για να ανοίξει ο δρόμος για ένα καλύτερο αύριο.
Σε αντίθεση με την καπιταλιστική αστική αξία, που έχει θεό το χρήμα, την ύποπτη συναλλαγή, τον φιλοτομαρισμό και ατομισμό, τη στρεβλή αντίληψη και ψυχολογία του καταναλωτισμού, που οδηγεί σε υποταγή της προσωπικότητας και σε δυστυχία, αποξένωση.
Παλεύουμε για να γίνει ο κάθε εργάτης και εργάτρια αφεντικό του εαυτού τους, η εργατική τάξη αφεντικό της δικής της τάξης και όχι υπηρέτης των πλουτοκρατών. Κι αυτό θα γίνει με τη συνεχή πάλη για αλλαγή συσχετισμών, για ανασύνταξη του κινήματός της, σε αντικαπιταλιστική – αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, με κοινωνική συμμαχία φυσικά με τους συμμάχους της, την αγροτιά και τους αυτοαπασχολούμενους ΕΒΕ, τους νέους και τις νέες, τις γυναίκες των λαϊκών οικογενειών, για την τελική ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου, για την οικοδόμηση της νέας κοινωνίας, του σοσιαλισμού – κομμουνισμού».
Τα σχόλια είναι κλειστά.