«Ξεκινήσαμε ξυπόλυτοι από τη Βλαχόραπτη. Δεν σπουδάσαμε διότι δουλεύαμε από το πρωί ως αργά το βράδυ για να μπορέσουμε να σταθούμε στα πόδια μας και να δημιουργήσουμε τις επιχειρήσεις, οι οποίες τόσα προσέφεραν και προσφέρουν στη χώρα μας και στους εργαζομένους». Τα λόγια ανήκουν στον Παναγιώτη Θ. Αγγελόπουλο, σημαίνουσα προσωπικότητα της εν Ελλάδι βιομηχανίας.
Τα ανακάλεσε ο γιος του Κωνσταντίνος Π. Αγγελόπουλος (ο οποίος πέθανε σήμερα), προλογίζοντας την έκδοση «Ο επιχειρηματίας Θεόδωρος Αγγ. Αγγελόπουλος 1875-1953». Πρόκειται για πολυτελές λεύκωμα με κείμενα του Γιάννη Λ. Λάμπρου το οποίο, ακολουθώντας την ιστορία μιας οικογένειας που εργάστηκε σκληρά για να πετύχει, διηγείται ταυτόχρονα και την οικονομική-επιχειρηματική ιστορία της χώρας μας από τα τέλη του 19ου αιώνα έως και τα πρώτα χρόνια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σύμφωνα με παλαιότερο ρεπορτάζ στο «Βήμα», η παράδοση στη Γορτυνία της Αρκαδίας θέλει τους Αγγελόπουλους να είναι συγγενείς του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’, που είχε εγκατασταθεί το 1776 στο βουνίσιο χωριό τους Βλαχόρραπτη, 35 χιλιόμετρα από τη Μεγαλόπολη, βορειοδυτικά της Καρύταινας, εκεί όπου δεσπόζει τώρα η προτομή του γεννημένου το 1875 ιδρυτή των οικογενειακών επιχειρήσεων Θεόδωρου Αγγελή Αγγελόπουλου που πέθανε το 1953, πατέρα του κ. Παναγιώτη Θ. Αγγελόπουλου και παππού κκ. Θεόδωρου Π. Αγγελόπουλου και Κωνσταντίνου Π. Αγγελόπουλου. Από το ίδιο οικογενειακό δένδρο, λέγεται, προέρχεται ο συνονόματος του ιδρυτή της χαλυβουργίας αγωνιστής του 1821 Θεόδωρος Αγγελή Αγγελόπουλος, που είχε τιμηθεί από τον Οθωνα με το «Χαλκούν Αριστείον» του Αγώνα.
Ο δημιουργός των οικογενειακών επιχειρήσεων χάλυβος, αφού εργάστηκε για ένα διάστημα ως ταχυδρομικός υπάλληλος και χρημάτισε πρόεδρος του χωριού του, το 1918 κατέβηκε στην Αθήνα και έπιασε δουλειά στο κατάστημα σιδηρικών του αδελφού της γυναίκας του Χριστίτσας Δ. Παπαθανασίου, Ιωάννη Δ. Παπαθανασίου, παππού του σημερινού προέδρου του ΕΒΕΑ κ. Γιάννη Παπαθανασίου, για να τον ακολουθήσει ολόκληρη η οικογένεια το 1922.
Πατέρας από το 1904 του Αγγελου, το 1907 του Δημήτρη, το 1909 του Παναγιώτη και το 1911 του Γιάννη, το 1925 ιδρύει μια μικρή βιοτεχνία που κατασκεύαζε συρματοπλέγματα και ρίχνεται στη δουλειά μαζί με τα παιδιά του Δημήτρη και Παναγιώτη. «Ξεκινήσαμε ξυπόλυτοι. Ξεχάσαμε τα σπίτια και τις οικογένειές μας. Δουλέψαμε και αποκτήσαμε, στερούμενοι ακόμη και τις σπουδές μας…» θα πει τη δεκαετία του ’80 ο κ. Παναγιώτης Θ. Αγγελόπουλος. Επτά χρόνια μετά, το 1932, στην οδό Πειραιώς εγκατέστησαν τα Ελληνικά Συρματουργεία, που έμελλε να αποτελέσουν τον πρόδρομο της Χαλυβουργικής και κατασκεύαζαν, πέρα από σύρματα και πλέγματα, τσαρουχόπροκες και τα πεταλόκαρφα «Αλφα», αποκτώντας γρήγορα μια σεβαστή περιουσία.
Ο πρωτότοκος Αγγελος ακολουθεί τον δικό του δρόμο σπουδάζοντας, ενώ ο τέταρτος αδελφός και μικρότερος όλων μπαίνει κι αυτός στη δουλειά το 1938. Στον πόλεμο που ακολούθησε οι Γερμανοί κατέλαβαν το εργοστάσιο και στους Αγγελόπουλους έμειναν τα πεταλόκαρφα που δεν ενδιέφεραν τους κατακτητές.
Ιδρύεται η Χαλυβουργική
Στις 3 Μαρτίου 1948 ιδρύθηκε η Χαλυβουργική ΑΕ και τέσσερα χρόνια μετά, το 1952, σε παραθαλάσσια έκταση κοντά στην Ελευσίνα κατασκευάζονται μοντέρνες μονάδες παραγωγής σιδήρου, για να ακολουθήσουν στις 27 Ιουλίου 1963 τα εγκαίνια της πρώτης υψικαμίνου στην Ελλάδα. Στη σκληρή μάχη για τη χορήγηση της σχετικής άδειας οι Αγγελόπουλοι είχαν συγκρουστεί με την οικογένεια Τσάτσου των τσιμέντων «Ηρακλής», αλλά κέρδισαν την προτίμηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή και τα εγκαίνια της υψικαμίνου έκανε ο βασιλιάς Παύλος, ουσιαστικοποιώντας από τότε μια στενή οικογενειακή σχέση.
Η μισή Ελλάδα περίπου χτίστηκε τις δύο επόμενες δεκαετίες με χάλυβα της Χαλυβουργικής. Ο δημιουργός Θεόδωρος Αγγελή Αγγελόπουλος έχει πεθάνει από το 1953, τα παιδιά του Δημήτρης, Παναγιώτης και Γιάννης εξελίσσονται σε πρωταγωνιστές της ελληνικής βιομηχανικής εποχής, χωρίς να ξεχνούν ποτέ τον άλλο τους αδελφό Αγγελο, που ακολουθώντας έναν διαφορετικό δρόμο την περίοδο της Κατοχής δεν είχε διστάσει να συμμετάσχει ως Γραμματέας Οικονομικών στην «κυβέρνηση του βουνού» ενώ στην πρώτη μεταπολεμική κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου είχε τοποθετηθεί υφυπουργός Οικονομικών. Η περιουσία των Αγγελόπουλων κάνει άλματα και οι επενδύσεις στον εφοπλιστικό τομέα διαδέχονται η μία την άλλη.
Δεύτερη υψικάμινος
Τον Σεπτέμβριο 1972, δύο χρόνια πριν από τον θάνατο του Γιάννη Θ. Αγγελόπουλου που είχε νυμφευθεί τη Μαρία Γεωργάκη, μετά από γενναία συνδρομή και «κεφαλαίων εξωτερικού» εγκαινιάζεται και δεύτερη υψικάμινος και αρχίζουν μεγάλες εξαγωγές σιδήρου, αλλά η κρίση του πετρελαίου και του χάλυβος δεν αργεί να συγκλονίσει την Ευρώπη και την Ελλάδα. Ταυτόχρονα σχεδόν με την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ το 1981, η Χαλυβουργική των 2.500 και πλέον εργατοτεχνιτών κλείνει τις υψικαμίνους, επιστρέφει στην παραγωγή με ηλεκτρικούς κλιβάνους, απολύει εκατοντάδες εργαζομένους, αν και διευρύνει την παραγωγή με νέες μονάδες που αποδίδουν λαμαρίνα και άλλα πλατέα χαλυβουργικά προϊόντα. Τα εμπορικά και δασμολογικά «τείχη» πέφτουν και η πτώση της Χαλυβουργικής, όπως και ολόκληρης σχεδόν της ελληνικής χαλυβουργικής παραγωγής, μοιάζει αναπότρεπτη.
Ο Δημήτρης Αγγελόπουλος, που έχει νυμφευθεί την Τασία Στ. Σταυροπούλου, είναι ο αδιαμφισβήτητος οικονομικός εγκέφαλος της οικογένειας και με τις προτροπές του αδελφού του Αγγελου, που έχει νυμφευθεί την Ελλη Σεφεριάδου και έχουν αποκτήσει δύο παιδιά, τοποθετεί μεγάλα κεφάλαια σε επενδύσεις σε τραπεζικούς τίτλους στην Ελβετία, καθώς επίσης σε ναυτιλιακές και άλλες επιχειρήσεις.
Η δολοφονία του Δημήτρη Αγγελόπουλου τον Απρίλιο του 1986 από την οργάνωση «17 Νοέμβρη» αφήνει δυσαναπλήρωτο κενό και απροσμέτρητη πικρία στην οικογενειακή εταιρεία, από τους δημιουργούς της οποίας απομένει μόνος, πλέον, ο Παναγιώτης Θ. Αγγελόπουλος, ο οποίος από τον γάμο του με την Ελένη Κλ. Μάρκου είναι πατέρας από το 1943 του Θεόδωρου και από το 1945 του Κωνσταντίνου Αγγελόπουλου, που ήδη συμμετέχουν στις οικογενειακές επιχειρήσεις.
Ο δολοφονηθείς από τη «17Ν», Δ. Αγγελόπουλος
Η δολοφονία σήμανε και την απαρχή μιας φθίνουσας πορείας για την εταιρεία. Ο Παναγιώτης Αγγελόπουλος εξοργισμένος αποφάσισε να μην επενδύσει πλέον ούτε μία δραχμή στην Ελλάδα. Εκτοτε η Χαλυβουργική συνέχισε για λίγα χρόνια από κεκτημένη ταχύτητα να πρωταγωνιστεί αλλά σιγά-σιγά άρχισε να υστερεί τεχνολογικά, να υπολείπεται του ανταγωνισμού και εισήλθε σε μια μακρά περίοδο ζημιογόνων χρήσεων.
Η εταιρεία στο τέλος του 2001 είχε ετήσια παραγωγική δυναμικότητα μόλις 200.000 τόνους, τζίρο περί τα 70 εκατ. ευρώ, ζημιές 15 εκατ. ευρώ, ενώ διέθετε τεχνολογία και υποδομές από τη δεκαετία του 1960.
Αμέσως τέθηκε σε εφαρμογή ένα φιλόδοξο επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 220 εκατ. ευρώ για τη μονάδα στην Ελευσίνα.
Η πρώτη φάση του επενδυτικού προγράμματος ύψους 150 εκατ. ευρώ ολοκληρώθηκε το 2004 και περιελάμβανε ένα νέο χαλυβουργείο και την εγκατάσταση ελασματουργείου επιμήκων προϊόντων.
Aκολούθησε και δεύτερη φάση ύψους 70 εκατ. ευρώ που αφορούσε την εγκατάσταση του δεύτερου ελασματουργείου επιμήκων προϊόντων της εταιρείας, καθώς και δύο νέες μονάδες παραγωγής πλέγματος δυναμικότητας 150.000 τόνων ετησίως. Το 30% των επενδύσεων έγινε με ίδια κεφάλαια και το 70% με σύναψη δανεισμού. Και ύστερα ήρθε η κρίση. Η εσωτερική ζήτηση χαλυβουργικών προϊόντων κατακρημνίστηκε. Από 2,1 εκατ. τόνους το 2009 υποχώρησε το 2013 στους 300.000 τόνους.
Επίσης, η κυβέρνηση το 2010 για να αντιμετωπίσει το δημοσιονομικό πρόβλημα επέβαλε υψηλούς Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης στην ενέργεια και παράλληλα η ΔΕΗ, μη μπορώντας να προσαρμόσει τα λειτουργικά της κόστη στην κρίση, αύξησε με μονομερείς ενέργειες τα τιμολόγια. Ετσι το κόστος ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου για όλες τις ενεργοβόρες μονάδες της χώρας και κατ’ επέκταση και για τη Χαλυβουργική εκτινάχθηκε.
Οι τρεις μεγάλες χαλυβουργίες (Σιδενόρ, Χαλυβουργία Ελλάδος, Χαλυβουργική) έλαβαν διαβεβαιώσεις ότι οι αυξήσεις θα περιοριστούν και στράφηκαν στις εξαγωγές. Τα πήγαν μάλιστα πολύ καλά τη διετία 2010-2011. Πωλούσαν βέβαια με ζημιές γιατί ήθελαν να κερδίσουν μερίδια αγοράς καθώς δεν μπορούσαν να ανταγωνιστούν τους ιταλούς, ισπανούς και πορτογάλους σιδεράδες που είχαν πολύ χαμηλότερα ενεργειακά κόστη.
Η ενέργεια
Οι υποσχέσεις για μείωση στα τιμολόγια ρεύματος και φυσικού αερίου δεν υλοποιήθηκαν ποτέ – εκτός από μια μεταβατικού χαρακτήρα μείωση των τιμολογίων της ΔΕΗ.
Από τους 600 εργαζομένους της Χαλυβουργικής στις αρχές του 2010, σε περίπου 70 έληξε η σύμβαση, 250 αποχώρησαν με εθελούσια έξοδο, 110 συνταξιοδοτήθηκαν και έμειναν οι τελευταίοι 170 που από την περασμένη Δευτέρα προστέθηκαν στις στρατιές των ανέργων. Από το 2009 ως σήμερα μέσα από αυξήσεις κεφαλαίου η οικογένεια έχει βάλει 60 εκατ. ευρώ στην εταιρεία και συνολικά 160 εκατ. από το 2000. Και όμως τα χρήματα αυτά δεν στάθηκαν ικανά για να σώσουν την εμβληματική βιομηχανία που εκτός από τη ΔΕΗ στην οποία χρωστά 31,4 εκατ. αφήνει και φέσι στις τράπεζες 410 εκατ. ευρώ!
Το 1998 ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος ίδρυσε την ναυτιλιακή εταιρεία Arcadia Shipmanagement με καθαρό στόχο «οι ασφαλείς μεταφορές παγκοσμίως ταυτόχρονα με σεβασμό στο περιβάλλον».
Παράλληλα, τα περισσότερα πλοία της ναυτιλιακής φέρουν την ελληνική σημαία, γεγονός που αποδεικνύει τη σημασία που δίνει η Arcadia στην παράδοση της ελληνόκτητης ναυτιλίας και της καθιέρωσής της σε διεθνές επίπεδο.
Σήμερα ο στόλος της εταιρείας αποτελείται από δώδεκα δεξαμενόπλοια. Η Arcadia βραβεύτηκε από τους «Lloyd’s List» του Λονδίνου στο τέλος του 2007.
Παράλληλα το 2000 ιδρύεται η AEGEAN BULK Co INC. με τον ίδιο καθαρό στόχο την ασφαλή μεταφορά φορτίων παγκοσμίως με σεβασμό στη προστασία του περιβάλλοντος στην υγεία και ασφάλεια όλων των εργαζομένων.
Τα σχόλια είναι κλειστά.