Αγαπητοί γονείς,
εμείς οι εκπαιδευτικοί των παιδιών σας νιώθουμε την ανάγκη να επικοινωνήσουμε μαζί σας και να μοιραστούμε την αγωνία μας για τη Δημόσια και Δωρεάν εκπαίδευση που βρίσκεται στο στόχαστρο βίαιων περικοπών, συρρίκνωσης, υποβάθμισης και απαξίωσης. Διανύουμε μια δύσκολη και ιδιαίτερη περίοδο για όλους μας. Μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από την πανδημία Covid-19, κατά την οποία συνήθειες και αξίες χρόνων επαναπροσδιορίζονται και καινούργιες ισορροπίες αναζητούνται. Οι αλλαγές που φέρνει το νέο πολυνομοσχέδιο δε στοχεύουν στην αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης, για το καλό όλων των μαθητών που φοιτούν στα σχολεία μας και στη συνολική πρόοδό τους προς όφελος ολόκληρης της κοινωνίας. Όλοι συμφωνούμε πως τα παιδιά μας, οι αυριανοί πολίτες, είναι η ελπίδα μας. Ευθύνη της πολιτείας και δική μας είναι να τους διασφαλίσουμε τα εφόδια για να τα καταφέρουν.
Ωστόσο, το νομοσχέδιο και οι διατάξεις του όχι μόνο δεν εξασφαλίζουν τα απαραίτητα εφόδια και υποδομές για τους μαθητές μας αλλά, αντίθετα, υποβαθμίζουν την ποιότητα του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου του Δημοσίου Σχολείου και επιτείνουν τα ήδη οξυμένα προβλήματα ανισότητας. Κινείται αντίθετα στις θέσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας, θέσεις και αιτήματα που έχουν διαμορφωθεί στο πέρασμα του χρόνου και δεν είναι μόνο δικά μας αλλά ταυτόχρονα αφουγκράζονται και απηχούν τις ανάγκες της κάθε οικογένειας της χώρας, που επιζητά και χρειάζεται τη στήριξη και την αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης. Ορισμένες από τις βασικές ρυθμίσεις που προβλέπονται είναι οι εξής:
Προβλέπει την αύξηση των μαθητών ανά τμήμα στο Δημοτικό και στο Νηπιαγωγείο από 22 που είναι σήμερα σε 25 με ελάχιστο αριθμό μαθητών ανά τμήμα στα νηπιαγωγεία και στα 7 θέσια και άνω Δ. Σχ. τους 15 μαθητές. Και μάλιστα σε μια περίοδο που για την προστασία της υγείας όλων μας, απαιτείται τήρηση συγκεκριμένων αποστάσεων στο σχολείο, μεταξύ μαθητών και εκπαιδευτικών! Άμεση συνέπεια θα είναι, υπερπληθή τμήματα, συμπτύξεις τμημάτων, μετακινήσεις μαθητών σε όμορα σχολεία, υποβάθμιση της ποιότητας του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου αλλά και η επιβάρυνση της δημόσιας υγείας μετά τις νέες συνθήκες που έχει επιφέρει η πανδημία. Ταυτόχρονα, χιλιάδες εκπαιδευτικοί που τόσα χρόνια στελέχωναν το δημόσιο σχολείο θα βρεθούν εκτός εκπαίδευσης.
Επιβάλλεται τιμωρητική, εσωτερική και εξωτερική, αντιεκπαιδευτική αξιολόγηση σχολικών μονάδων και εκπαιδευτικών η οποία καμία σχέση δεν έχει με τη βελτίωση του διδακτικού έργου. Aντίθετα θα οδηγήσει στην κατηγοριοποίηση των σχολείων και τη μετατροπή των εκπαιδευτικών σε εξιλαστήρια θύματα των αποτυχημένων πολιτικών στο χώρο της εκπαίδευσης. Ο στόχος είναι η δημιουργία σχολείων πολλών ταχυτήτων, όπως έχει συμβεί και σε άλλες χώρες που εφαρμόστηκαν παρόμοια μοντέλα, όπου στα δημόσια σχολεία προσφέρεται χαμηλότερου επιπέδου εκπαίδευση με αποτέλεσμα οι οικογένειες να υποχρεώνονται να στρέφονται στην ιδιωτική εκπαίδευση. Συγχρόνως, η κατηγοριοποίηση, η “οικονομική αυτονομία” και η επακόλουθη υποχρηματοδότηση του σχολείου θα οδηγήσει τους γονείς να καλύπτουν από την τσέπη τους τις ανάγκες των παιδιών. Αυτή την εξέλιξη εξυπηρετεί και η εντονότερη εμπλοκή της Τοπικής Διοίκησης και των ιδιωτών στην εκπαιδευτική διαδικασία, όπως προβλέπεται από το πολυνομοσχέδιο
Επιχειρείται η «σχολειοποίηση» του νηπιαγωγείου με κατακερματισμό της γνώσης. Καθιερώνονται διακριτά διδακτικά αντικείμενα, με την εισαγωγή των Αγγλικών σε πρώτη φάση και αργότερα της Φυσικής Αγωγής και της Πληροφορικής. Δε λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες των νηπίων σε μια λογική που κινείται απέναντι στα πορίσματα της ψυχολογίας, στην παιδαγωγική επιστήμη και στην εκπαιδευτική πράξη. «Μια τέτοια πρόθεση έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη φιλοσοφία του Αναλυτικού Προγράμματος Σπουδών του Νηπιαγωγείου, στερείται επιστημονικής τεκμηρίωσης παραβλέποντας βασικές παιδαγωγικές αρχές και τελικά οδηγεί στη σχολειοποίηση του Νηπιαγωγείου, αγνοώντας τις ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες των νηπίων 4-6 ετών», όπως έχει τονιστεί και σε κοινό κείμενο της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας και των Προέδρων και Κοσμητόρων των Παιδαγωγικών Τμημάτων των Πανεπιστημίων της χώρας.
Εισάγονται τα λεγόμενα «Εργαστήρια δεξιοτήτων» τα οποία ουσιαστικά απαξιώνουν τη γενική μόρφωση και επιχειρούν να την υποκαταστήσουν σε σημαντικό βαθμό με «δεξιότητες», όπως η επιχειρηματικότητα και ο εθελοντισμός. Είναι φανερό πως η κυβέρνηση έχει πρόθεση να αντιστοιχίσει την εκπαίδευση με τις ανάγκες της αγοράς χωρίς όλα αυτά να σχετίζονται με τις πραγματικές κοινωνικές και μορφωτικές ανάγκες των μαθητών. Η προσπάθεια μετατροπής του σχολείου από κοινότητα μάθησης και γνώσης, που αποτελεί τον πυρήνα της εκπαιδευτικής πράξης, σε μηχανισμό απόκτησης δεξιοτήτων, αλλοιώνει τον χαρακτήρα και τους στόχους της εκπαίδευσης.
Επανέρχεται η αναγραφή της διαγωγής στα απολυτήρια και του Γυμνασίου και του Λυκείου στο όνομα της πειθαρχίας των μαθητών. Όμως η πρόληψη, η καλλιέργεια της συνεργασίας, το αίσθημα πληρότητας της δημιουργίας, η συμμετοχή στην εκπαιδευτική διαδικασία, η αλληλεγγύη και η αγάπη για τη μάθηση είναι αξίες που οφείλει να καλλιεργήσει το σχολείο στους μαθητές από τα πρώτα σχολικά χρόνια και όχι να έρχεται ως τιμωρός να επιβάλλει ποινές.
Συνεχίζεται η επιλογή της κάλυψης των εκπαιδευτικών κενών με αναπληρωτές, που αντί να διοριστούν με μόνιμη σχέση, θα συνεχίζουν να περιπλανώνται από περιοχή σε περιοχή μακριά από τον τόπο μόνιμη κατοικίας τους για να στηρίξουν τη Δημόσια Εκπαίδευση ενώ τιμωρούνται με 2 ή και 3 χρόνια εκτός εργασίας, αν για οποιοδήποτε λόγο δεν μπορέσουν να αναλάβουν υπηρεσία. Το Δημόσιο Σχολείο και τα παιδιά μας, χρειάζονται σταθερά πρόσωπα αναφοράς, εκπαιδευτικούς με σταθερή παρουσία, που θα βρίσκονται από την πρώτη έως την τελευταία μέρα στο σχολείο, με μόνιμες και σταθερές σχέσεις εργασίας.
Σταθήκαμε μόνο σε ορισμένες από τις πιο σημαντικές ρυθμίσεις του νομοσχεδίου. Όσο πιο ενδελεχώς το μελετά κανείς τόσο εδραιώνεται η πεποίθηση πως δεν πρόκειται να επιφέρει καμία αναβάθμιση και καμία πρόοδο στην εκπαίδευση.
Αγαπητοί γονείς,
είναι χρέος μας να αντιδράσουμε, να αγωνιστούμε, να παλέψουμε. Γι΄ αυτό και συνεχίζουμε τις απεργιακές κινητοποιήσεις, απαιτώντας την κατάργηση του νόμου Κεραμέως.
Γιατί τα κενά σε εκπαιδευτικό προσωπικό είναι τεράστια και οι διορισμοί ανύπαρκτοι ή ελάχιστοι. Γιατί τα σχολεία δεν μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς να υπάρχουν χρήματα ούτε για τις στοιχειώδεις ανάγκες τους (πετρέλαιο, γραφική ύλη, λογαριασμοί κλπ). Γιατί οι εκπαιδευτικοί και ιδιαίτερα οι νέοι αδυνατούν να ζήσουν με μισθούς εξαθλίωσης των 780 ευρώ. Γιατί καταργείται ο θεσμός του Ολοήμερου σχολείου που εξυπηρετεί εκπαιδευτικές και κοινωνικές ανάγκες. Γιατί αρνούμαστε η ζωή μας να κινείται κάτω από φοβικά σύνδρομα
Το οικονομικό κόστος που επωμιζόμαστε με κάθε μέρα απεργίας είναι δυσβάσταχτο, ιδιαίτερα στις συνθήκες της σημερινής κρίσης, όμως δεν μπορεί να είναι φραγμός στα οράματά μας για μια καλύτερη παιδεία.
Αυτές τις μέρες εκπαιδευόμαστε πώς να αποφεύγουμε ο ένας τον άλλον. Να μην το μάθουμε! Ας πλύνουμε τα χέρια μας, αλλά ας τα ενώσουμε την ίδια στιγμή με αλληλεγγύη, συλλογικότητα και διεκδίκηση! Ας φορέσουμε τη μάσκα μας, αλλά ας μην ξεχάσουμε να επικοινωνούμε, να αλληλουποστηριζόμαστε. Αυτό είναι το μεγαλύτερο μάθημα που όλοι μας έχουμε να δώσουμε στους μαθητές μας.
Σας καλούμε να συμπορευθείτε στον αγώνα μας ενάντια στο αντιεκπαιδευτικό νομοσχέδιο που ψήφισε η κυβέρνηση. Την Πέμπτη 25 Ιουνίου στις 7μμ ελάτε στο απογευματινό συλλαλητήριο στην Πλατεία Δημοτικής Αγοράς για να διεκδικήσουμε μαζί, δομικά στοιχεία του σχολείου που θέλουμε και ονειρευόμαστε για τα παιδιά μας. Ένα δημόσιο και δωρεάν σχολείο που να χωράει όλα τα παιδιά χωρίς αποκλεισμούς και διακρίσεις!
Σύλλογος Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Χανίων
Τα σχόλια είναι κλειστά.